Τα έργα τέχνης ζουν μέσα σε απέραντη μοναξιά και η κριτική είναι το χειρότερο για να τα ζυγώσεις.
Μονάχα η αγάπη μπορεί να τα συλλάβει, να τ' αγκαλιάσει, να σταθεί δίκαιη απέναντί τους
RAINER MARIA RILKE

Κυριακή 31 Ιουλίου 2011

ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ: η Ευρωπαϊκή Ένωση, το ΔΝΤ και η καταστροφή μιας πανάρχαιας θάλασσας


Το σχέδιο της ΕΕ και του ΔΝΤ για τη «διάσωση» της Ελλάδας θα καταλήξει σε έναν άνευ προηγουμένου ανθρωπογενή περιβαλλοντικό όλεθρο. Η κατασκευαστική βιομηχανία είναι περιχαρής. Υπάρχει, άραγε, οποιαδήποτε εναλλακτική λύση για να μην καταστραφεί οριστικά το Αιγαίο;

Η συζήτηση γύρω από την οικονομική, πολιτική και κοινωνική κρίση που μαστίζει την Ελλάδα παραβλέπει συνήθως το ρόλο της ΕΕ στην ανατροφοδότηση της κρίσης. Εκτός από τις παραμορφωτικές συνέπειες στην ανταγωνιστικότητα των περιφερειακών κρατών που επισπεύθηκαν λόγω της εισαγωγής του ευρώ και της επακόλουθης έλλειψης επαρκούς ελέγχου και διαχείρισης, οι άστοχες επιδοτήσεις της ΕΕ ήταν αυτές που κατέληξαν στον καταποντισμό της ανταγωνιστικότητας στους περισσότερους τομείς της ελληνικής οικονομίας και ήταν αυτές που επέτρεψαν, τελικά, τη δραματική διόγκωση του ελληνικού δημόσιου τομέα μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Ανδρέα Παπανδρέου, το 1981.

Ένα χτυπητό παράδειγμα των συνεπειών αυτών των λαθεμένων επιδοτήσεων είναι η διαμάχη, που διαρκεί ήδη πάνω από είκοσι χρόνια, σχετικά με την εκτροπή του ποταμού Αχελώου από τη Δυτική Ελλάδα στη Θεσσαλία - ζήτημα που στο παρόν στάδιο έχει παραπεμφθεί στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο του Λουξεμβούργου. Ελληνικές ΜΚΟ που εναντιώνονται στο εν λόγω σχέδιο, ισχυρίζονται ότι η σχεδιαζόμενη εκτροπή, που έχει ήδη κοστίσει εκατομμύρια ευρώ, συντελείται χωρίς τις απαιτούμενες περιβαλλοντικές μελέτες σκοπιμότητας και συνεπώς αντιβαίνει την οδηγία της ΕΕ που απαγορεύει τη μεταφορά υδάτων χωρίς την προαπαιτούμενη δικαιολογητική ανάλυση. Όπως αναφέρει ο OliverA.Houck στο πρόσφατο βιβλίο του TakingBackEden(IslandPress, 2010), το συνολικό κόστος της εκτροπής και των συναφών εργασιών έχει εκτιμηθεί μεταξύ 1,4-6,5 δισεκατομμυρίων ευρώ, ανάλογα με το τι ακριβώς περιλαμβάνεται στους υπολογισμούς.

Η ΕΕ δεν έχει συνεισφέρει οικονομικά στην εκτροπή του Αχελώου αυτή καθαυτή, όμως, ως μέρος του προγράμματος της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, επιδοτεί εδώ και χρόνια την παραγωγή βάμβακος στη Θεσσαλία, παραγωγή που απαιτεί υψηλή κατανάλωση νερού. Τα αρτεσιανά φρέατα και οι άλλες υδάτινες πηγές έχουν πλέον εξαντληθεί σχεδόν ολοκληρωτικά, αλλά αντί να χρηματοδοτήσει τη μετάβαση σε εναλλακτικές μορφές αγροτικής παραγωγής, η ελληνική κυβέρνηση επιμένει ότι η εκτροπή πρέπει να προχωρήσει. Ωστόσο αυτοί που θα επωφεληθούν κυρίως δεν είναι οι αγρότες της Θεσσαλίας, μιας και οι ευρωπαϊκές επιδοτήσεις για το βαμβάκι βαίνουν ολοένα μειούμενες, αλλά οι βουλευτές Θεσσαλίας και τα κόμματά τους, αφού εμφανίζονται ότι διαμεσολαβούν για να κερδηθεί η επικουρία της ΕΕ. Αλλά πάνω απ' όλα, αυτές που θα αποκομίσουν τεράστια κέρδη είναι οι κατασκευαστικές εταιρείες που με τη σειρά τους «λαδώνουν» το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα. Κι υπάρχουν πολλά παρόμοια παραδείγματα.

Για τους λόγους που εκθέτει ο Διονύσης Γ. Δημητρακόπουλος (Greece‘sexitfromtheEurozoneapoisonedchalice, OpenDemocracy, 28 Ιουνίου 2011), το ελληνικό κοινοβούλιο ίσως και να δικαιολογείται για την υπερψήφιση του δεύτερου Μνημονίου («Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο»), όπως άλλωστε ήταν η απαίτηση της ΕΕ και του ΔΝΤ. Όπως το έθεσε και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γ. Προβόπουλος, το αντίθετο θα ήταν «ψήφος αυτοκτονίας». Ωστόσο αυτή η καταναγκαστική ψήφος, αφήνει περισσότερες ερωτήσεις αναπάντητες παρά δίνει απαντήσεις. Για να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις της ΕΕ και του ΔΝΤ, η Ελλάδα οφείλει να αντλήσει 50 δισεκατομμύρια ευρώ από τις ιδιωτικοποιήσεις δημόσιας περιουσίας. Αλλά όπως καταδεικνύει ένα άρθρο των FinancialTimes(«Greecefaces "firesale" shortfall», βασισμένο σε έρευνα τουPrivatisationBarometer), η αξία του ενεργητικού που μπορεί να πωλήσει άμεσα η Ελλάδα ανέρχεται σε μόλις 13 δις ευρώ. Το έλλειμμα πρέπει, λοιπόν, να καλυφθεί από την πώληση δημόσιας γης. Πιο συγκεκριμένα, η Ελλάδα οφείλει να προσθέσει «περισσότερα "φιλέτα" δημόσιας γης και πολιτιστικής κληρονομιάς στον κατάλογο των πωλήσεων». Με άλλα λόγια, η ΕΕ και το ΔΝΤ ζητούν να πωληθούν παράλιες γαίες του Αιγαίου σε μια άνευ προηγουμένου κλίμακα. Πρόκειται για κανονικό ξεπούλημα, σε τιμές που θα αναλογούν σε ένα ελάχιστο κλάσμα της πραγματικής αξίας των συγκεκριμένων γαιών. Και το τίμημα που θα εισπραχθεί θα χρησιμοποιηθεί για τη μείωση του ρυθμού αύξησης του ελληνικού χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ. Από τη στιγμή που αυτές οι γαίες θα πουληθούν και θα οικοδομηθούν, η φύση του Αιγαίου θα αλλάξει μια για πάντα.

Πώς όμως μια παρόμοια πολιτική θα βοηθήσει την Ελλάδα; Βραχυπρόθεσμα, θα επιτρέψει στη χώρα να πορευθεί για λίγο καιρό ακόμη. Το ΔΝΤ θα παραχωρήσει τα 12 δισεκατομμύρια ευρώ της επόμενης δανειακής δόσης και θα αποφευχθεί η χρεοκοπία τον Ιούλιο. Μεσοπρόθεσμα, όμως, τα οφέλη αυτής της πολιτικής είναι, το λιγότερο, αμφιλεγόμενα. Η οικοδόμηση πιθανόν να προσφέρει μια ώθηση στην οικονομία, ωστόσο -όπως φανερώνει η περίπτωση της Ισπανίας όπου παραμένουν απούλητα 700.000 «εξοχικά» ακίνητα- κανείς δεν εγγυάται ότι θα υπάρξει επαρκής ζήτηση γι' αυτή την καινούργια αγορά δεύτερης κατοικίας. Ακόμη περισσότερο, δεν χρειάζεται καν να σχολιάσουμε τις επιπτώσεις αυτών των κατασκευών στη χρήση του νερού, σε μια περιοχή η οποία ήδη δοκιμάζεται από τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής.

Ακριβώς επειδή η ευρύτατη περιβαλλοντική καταστροφή και η οικοδόμηση «φιλέτων» δημόσιας γης και τοποθεσιών πολιτιστικής κληρονομιάς ήταν μια πολιτική που κυριάρχησε την εποχή της στρατιωτικής χούντας (1967-1974), το άρθρο 24 του ελληνικού δημοκρατικού Συντάγματος προστατεύει ρητά το περιβάλλον. Αν και η παράνομη οικοδόμηση δεν σταμάτησε ποτέ να επεκτείνεται λόγω της έλλειψης ενός έγκυρου κτηματολογίου, ένα από τα αποτελέσματα αυτού του άρθρου του Συντάγματος είναι ότι η Ελλάδα, σήμερα, προσελκύει υψηλής ποιότητας τουρισμό στα νησιά της (αντίθετα με τις πόλεις όπου η καταστροφή της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς είναι πολύ πιο εκτεταμένη). Πράγματι, είναι αξιοσημείωτο ότι παρά την παράλυση της Αθήνας, οι νησιωτικές περιοχές του Αιγαίου δεν έχουν, προς το παρόν, επηρεασθεί σημαντικά. Αντί να ταξιδεύουν μέσω Αθηνών, οι τουρίστες προσγειώνονται απευθείας στην Κρήτη, τη Ρόδο και τα άλλα νησιά, εξασφαλίζοντας την ανάπτυξη του τουριστικού τομέα της ελληνικής οικονομίας (η αύξηση των αφίξεων τουριστών εκτιμάται περί το 10% για το 2011). Επομένως, η περαιτέρω οικοδόμηση του Αιγαίου δεν πρόκειται να κάνει περισσότερο παραγωγική την ελληνική οικονομία. Στην πραγματικότητα, θα έχει το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα! Γιατί καταστρέφοντας το περιβάλλον, θα εξουδετερώσει μια από τις ελάχιστες πηγές παραγωγικότητας, όπου μέχρι τώρα η Ελλάδα βασιζόταν για να προσελκύει υψηλής ποιότητας τουρισμό. Και αντί για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που τόσο έχει ανάγκη το ελληνικό κράτος, η ΕΕ και το ΔΝΤ μοιάζουν σαν να θέλουν να υπονομεύσουν ακόμη και αυτούς τους τομείς της ελληνικής οικονομίας που ακόμη δουλεύουν και αποδίδουν.

Είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα γίνουν διάφορες απόπειρες για την παράκαμψη των εμποδίων που θέτει το ελληνικό Σύνταγμα: δίκην ξαναγραψίματος του Συντάγματος, οι γαίες π.χ. θα δοθούν με χρονο-εκμίσθωση (λίζινγκ) αντί να πωληθούν. Είναι ωστόσο σίγουρο ότι παρόμοιες αποφάσεις θα προσβληθούν ενώπιον του Συμβουλίου Επικρατείας. Αλλά δεν πρέπει να θωρείται κάτι το αδιανόητο η καταστρατήγηση του νόμου: οι πιέσεις στο ελληνικό κράτος και στους δικαστές θα είναι τρομακτικές. Είναι καθησυχαστικό ότι οι ελληνικές ΜΚΟ και η κοινωνία των πολιτών (για παράδειγμα, το πρόγραμμα ΑειφόροΑιγαίο, της Ελληνικής Εταιρείας Περιβάλλοντος και Πολιτισμού) ανεβάζουν ταχύτητες στην προετοιμασία για τη μάχη ενάντια σε αυτή την απόπειρα της ΕΕ και του ΔΝΤ να υπονομεύσουν το νόμο προς ζημία του ελληνικού ή, πιο σωστά, του ευρωπαϊκού περιβάλλοντος.

Εν κατακλείδι, οι πολιτικές της ΕΕ και του ΔΝΤ για πώληση και οικοδόμηση του Αιγαίου συνιστούν μια μορφή αποικιοκρατίας: πρωταρχικής σπουδαιότητας πόροι (γη, εν προκειμένω), υφαρπάζονται προς όφελος ξένων συμφερόντων τα οποία υπηρετεί μια εντελώς διεφθαρμένη τάξη «υπηρετών του δημοσίου». Ο Στέφανος Μάνος, πρώην υπουργός Οικονομικών που χαίρει εκτίμησης στους επιχειρηματικούς κύκλους, και ηγέτης του νεοφιλελεύθερου κόμματος Δράση, εξέδωσε μια ανακοίνωση όπου καταδικάζει τη συγκεκριμένη πολιτική ως «επιστροφή στην πολεοδομία της χούντας». Αντί να λύσουν τα προβλήματα του διεφθαρμένου ελληνικού κράτους, η ΕΕ και το ΔΝΤ μοιάζουν να έχουν για σκοπό τους την εξυπηρέτηση του κατασκευαστικού τομέα και των παρατρεχάμενών του - με άλλα λόγια, μοιάζουν να ευεργετούν αυτούς ακριβώς τους τομείς που φέρουν τη μεγαλύτερη ευθύνη για την πολιτική, οικονομική και περιβαλλοντική κρίση που αντιμετωπίζει η Ελλάδα σήμερα.

Η ειρωνεία είναι ότι ο πρωθυπουργός, Γιώργος Παπανδρέου, ανεξάρτητα από τα οποιαδήποτε άλλα λάθη του, είχε σταθεί, μέχρι τώρα, πιστός στη δέσμευσή του για την προστασία του περιβάλλοντος, δημιουργώντας ένα Υπουργείο Περιβάλλοντος και προωθώντας γνωστούς περιβαλλοντικούς ακτιβιστές μέσα στο κόμμα του, ακόμη και με κάποιο προσωπικό πολιτικό κόστος (AnthonyBarnettκαι MaryKaldor, CanGreeceLeadtheWay?, OpenDemocracy, 9 Νοεμβρίου 2009). Τώρα ωστόσο εξαναγκάζεται από την ΕΕ και το ΔΝΤ να επωμιστεί την ευθύνη για τη χειρότερη ανθρωπογενή καταστροφή στην ιστορία του Αιγαίου πελάγους.

Πιθανόν η κυβέρνηση να είχε δίκιο, απ' την πλευρά της, για την υπερψήφιση του δεύτερου Μνημονίου («Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου»). Όμως τώρα έχει καθήκον απέναντι στις μελλοντικές γενιές Ελλήνων, αλλά στην πραγματικότητα απέναντι στην ίδια την ανθρωπότητα, να εξασφαλίσει ότι οι προβλέψεις του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου σε ό,τι αφορά την πώληση δημόσιας γης σε κατασκευαστικές εταιρείες δεν θα υλοποιηθούν. Το καλύτερο που έχει να κάνει είναι να καθυστερήσει την ιδιωτικοποίηση των δημόσιων γαιών όσο το δυνατόν περισσότερο, να εντείνει τις προσπάθειες για την επίτευξη ενός πρωτογενούς πλεονάσματος εντός του 2012, κι έπειτα να σχεδιάσει τη χρεοκοπία της Ελλάδας με τη δική της συμφωνία.

Οι λαοί της Ευρώπης δεν αξίζουν τίποτα το λιγότερο απ' αυτό.


Άρθρο του Γιάννη Καρρά (ιστορικός της οικονομίας και της κοινωνίας των Βαλκανίων και της Ρωσίας του 18ου αιώνα. Συμμετέχει ενεργά σε ελληνικές ΜΚΟ και υπήρξε υποψήφιος για το κοινοβούλιο στην Α΄Αθήνας με τους Οικολόγους Πράσινους) στο www.opendemocracy.net

Τρίτη 19 Ιουλίου 2011

ΜΑΡΚ ΜΑΖΑΟΥΕΡ : Democracy’s Cradle, Rocking the World


YESTERDAY, the whole world was watching Greece as its Parliament voted to pass a divisive package of austerity measures that could have critical ramifications for the global financial system. It may come as a surprise that this tiny tip of the Balkan Peninsula could command such attention. We usually think of Greece as the home of Plato and Pericles, its real importance lying deep in antiquity. But this is hardly the first time that to understand Europe’s future, you need to turn away from the big powers at the center of the continent and look closely at what is happening in Athens. For the past 200 years, Greece has been at the forefront of Europe’s evolution.
In the 1820s, as it waged a war of independence against the Ottoman Empire, Greece became an early symbol of escape from the prison house of empire. For philhellenes, its resurrection represented the noblest of causes. “In the great morning of the world,” Shelley wrote in “Hellas,” his poem about the country’s struggle for independence, “Freedom’s splendor burst and shone!” Victory would mean liberty’s triumph not only over the Turks but also over all those dynasts who had kept so many Europeans enslaved. Germans, Italians, Poles and Americans flocked to fight under the Greek blue and white for the sake of democracy. And within a decade, the country won its freedom.
Over the next century, the radically new combination of constitutional democracy and ethnic nationalism that Greece embodied spread across the continent, culminating in “the peace to end all peace” at the end of the First World War, when the Ottoman, Hapsburg and Russian empires disintegrated and were replaced by nation-states.
In the aftermath of the First World War, Greece again paved the way for Europe’s future. Only now it was democracy’s dark side that came to the fore. In a world of nation-states, ethnic minorities like Greece’s Muslim population and the Orthodox Christians of Asia Minor were a recipe for international instability. In the early 1920s, Greek and Turkish leaders decided to swap their minority populations, expelling some two million Christians and Muslims in the interest of national homogeneity. The Greco-Turkish population exchange was the largest such organized refugee movement in history to that point and a model that the Nazis and others would point to later for displacing peoples in Eastern Europe, the Middle East and India.
It is ironic, then, that Greece was in the vanguard of resistance to the Nazis, too. In the winter of 1940-41, it was the first country to fight back effectively against the Axis powers, humiliating Mussolini in the Greco-Italian war while the rest of Europe cheered. And many cheered again a few months later when a young left-wing resistance fighter named Manolis Glezos climbed the Acropolis one night with a friend and pulled down a swastika flag that the Germans had recently unfurled. (Almost 70 years later, Mr. Glezos would be tear-gassed by the Greek police while protesting the austerity program.) Ultimately, however, Greece succumbed to German occupation. Nazi rule brought with it political disintegration, mass starvation and, after liberation, the descent of the country into outright civil war between Communist and anti-Communist forces.
Only a few years after Hitler’s defeat, Greece found itself in the center of history again, as a front line in the cold war. In 1947, President Harry S. Truman used the intensifying civil war there to galvanize Congress behind the Truman Doctrine and his sweeping peacetime commitment of American resources to fight Communism and rebuild Europe. Suddenly elevated into a trans-Atlantic cause, Greece now stood for a very different Europe — one that had crippled itself by tearing itself apart, whose only path out of the destitution of the mid-1940s was as a junior partner with Washington. As the dollars poured in, American advisers sat in Athens telling Greek policy makers what to do and American napalm scorched the Greek mountains as the Communists were put to flight.
European political and economic integration was supposed to end the weakness and dependency of the divided continent, and here, too, Greece was an emblem of a new phase in its history. The fall of its military dictatorship in 1974 not only brought the country full membership in what would become the European Union; it also (along with the transitions in Spain and Portugal at the same time) prefigured the global democratization wave of the 1980s and ’90s, first in South America and Southeast Asia and then in Eastern Europe. And it gave the European Union the taste for enlargement and the ambition to turn itself from a small club of wealthy Western European states into a voice for the newly democratic continent as a whole, extending far to the south and east.
And now today, after the euphoria of the ’90s has faded and a new modesty sets in among the Europeans, it falls again to Greece to challenge the mandarins of the European Union and to ask what lies ahead for the continent. The European Union was supposed to shore up a fragmented Europe, to consolidate its democratic potential and to transform the continent into a force capable of competing on the global stage. It is perhaps fitting that one of Europe’s oldest and most democratic nation-states should be on the new front line, throwing all these achievements into question. For we are all small powers now, and once again Greece is in the forefront of the fight for the future.

Mark Mazower is a professor of history at Columbia University

Κέβιν Σπέισι : «Το θέατρο είναι γιατρός»


Θυμάμαι ένα καλοκαιρινό βράδυ που στεκόμουν στην είσοδο της Επιδαύρου και ένιωθα το θέατρο να σκύβει πάνω μου. Σκέφτηκα: αν δεν το είχαν φτιάξει, κανένας από μας δεν θα είχε πηδήξει πάνω σε μια σκηνή. Εδώ είναι που γεννήθηκε το θέατρο».

Ο Κέβιν Σπέισι και η Αναμπελ Σόλεϊ ( Λαίδη Αννα) πρωταγωνιστούν στον «Ριχάρδο Γ'» Ο Κέβιν Σπέισι, ξυπόλητος, με βερμούδα και μακό, μας δέχεται στο γραφείο του, στο Ολντ Βικ, αργά το βράδυ, λίγο μετά το τέλος του «Ριχάρδου Γ'». Κι αν οι δύο ελληνίδες δημοσιογράφοι, που είχαμε ταξιδέψει στο Λονδίνο να δούμε την παράσταση του Σαμ Μέντες, είμασταν βέβαιες πως ο σταρ της το πολύ πολύ θα μας χάριζε, εξουθενωμένος, μια τυπική, ευγενική δήλωση -η... κέρβερος των δημόσιων σχέσεών του μας είχε απελπίσει- αυτός βάζει τα πόδια πάνω στο τραπέζι και επιτρέπει στα μαγνητοφωνάκια να ανοίξουν.

Οταν έχεις μόλις βγάλει μια εξαντλητική τρίωρη σεξπιρική παράσταση κουβαλώντας ευμεγέθη καμπούρα και φορώντας στο αριστερό σου πόδι ένα μεταλλικό ορθοπεδικό νάρθηκα, όταν έχεις εξολοθρεύσει ολόκληρη βασιλική οικογένεια, έχεις κρεμαστεί ανάποδα σαν τον Μουσολίνι και έχεις αποθεωθεί από 1.040 όρθιους, παραληρούντες Βρετανούς, ε, μάλλον γίνεσαι γενναιόδωρος. Πόσω μάλλον αν θεωρείς, όπως μας διαβεβαιώνει ο Σπέισι, ότι οι τρεις παραστάσεις που θα δώσεις στην Επίδαυρο (29, 30, 31 Ιουλίου) είναι η κορύφωση του περιβόητου Bridge Project.

Η τριετής συνεργασία (Ιανουάριος 2009- Ιανουάριος 2012) του βρετανικού Ολντ Βικ με τα αμερικανικά θέατρα Brooklyn Academy of Music (ΒΑΜ) και Neal Street, που έγινε με πρωτοβουλία και διεύθυνση δική του και του Σαμ Μέντες, είχε στόχο να προσφέρει νέες παραγωγές κλασικού ρεπερτορίου στο παγκόσμιο κοινό. Ολοκληρώνεται με τον «Ριχάρδο Γ'». Κι αν η πρεμιέρα δόθηκε στις 29 Ιουνίου στο Λονδίνο με διθυραμβικές κριτικές, η παγκόσμια περιοδεία της, που θα τη φέρει σε δέκα χώρες (από το Πεκίνο, τη Σιγκαπούρη και το Σίδνεϊ μέχρι την Κωνσταντινούπολη και τη Μαδρίτη), θα ξεκινήσει από την Επίδαυρο.

Το είχαν δέσει κόμπο οι δύο άνδρες από το καλοκαίρι του 2009, που έφεραν το «Χειμωνιάτικο παραμύθι» του Σέξπιρ στο αργολικό θέατρο. Η μοναδική εμπειρία για όλους, ακόμα και για τον Κέβιν Σπέισι, που τότε καθόταν «ηλεκτρισμένος», όπως λέει, στις κερκίδες (στην ορχήστρα διέπρεπαν ο Σάιμον Ράσελ Μπιλ, ο Ιθαν Χοκ, η Ρεμπέκα Χολ) ήταν καθοριστική.

Αλλο πράγμα, πιο σκληρό από τα αρχαία μάρμαρα, είναι, όμως, η ορχήστρα της Επιδαύρου για έναν ηθοποιό. Ο Κέβιν Σπέισι, με τη μεγάλη θεατρική πείρα, δεν είναι έτοιμος να πει τα γνωστά περιδεή που τόσο αρέσουν σε ελληνικά αφτιά. Οταν έχεις κατακτήσει, καταγόμενος από την Καλιφόρνια, το σανίδι του Ολντ Βικ, που πριν από σένα είχε σηκώσει Λόρενς Ολίβιε, Ρίτσαρντ Μπάρτον, Αλεκ Γκίνες και Τζον Γκίλγκουντ μαζί, βλέπεις τα πράγματα ψύχραιμα.

«Δεν έχω ιδέα τι θα κάνω στην Επίδαυρο» ομολογεί ο Κέβιν Σπέισι. «Μόνο όταν σταθώ μπροστά στο κοινό της, μόνο όταν το αισθανθώ, θα καταλάβω τι πρέπει να αλλάξω στην ερμηνεία μου. Οι προσαρμογές που θα γίνουν στην παράσταση είναι δουλειά του Σαμ. Το τι θα κάνω εγώ, θα το βρω στις πρόβες και, κυρίως, μπροστά στο κοινό. Αυτό ισχύει σε κάθε θέατρο που παίζεις. Ποτέ δεν ξέρεις τι θα συμβεί αν δεν γεμίσει πρώτα από θεατές. Είναι διαφορετικό όταν είναι άδειο, ο ήχος είναι διαφορετικός, όλα είναι διαφορετικά».

Κι αν δίνει στους έλληνες θεατές μερίδιο από την ερμηνεία του, είναι σίγουρος ότι με τη σειρά του θα σηκώσει λίγο από το βάρος που τους φόρτωσε η οικονομική κρίση.

«Δεν θα περάσουμε από το κέντρο της Αθήνας για να νιώσουμε από πρώτο χέρι την αγωνία και τον θυμό, που εκφράζεται εκεί» λέει. «Ελπίζω, όμως, ότι όσοι θα έχουν την ευκαιρία να 'ρθούν στην Επιδαύρο θα αισθανθούν ό,τι ένιωσα κι εγώ ως θεατής της. Το θέατρο έχει μια καταπληκτική ικανότητα, την έχω δει στην Αμερική, στην Ευρώπη, στην Αγγλία. Οταν υπάρχει οικονομική ύφεση οι άνθρωποι αισθάνονται ακόμα περισσότερο την ανάγκη να ζήσουν κοινές εμπειρίες, όπως είναι το θέατρο. Στους δύσκολους καιρούς χαρακτήρες σαν τον Ριχάρδο Γ' σε κάνουν να σκέφτεσαι: «Ε, λοιπόν, δεν έχουμε και τέτοια χάλια». Εμείς στο Ολντ Βικ λέμε ότι το θέατρο είναι γιατρός. Ο,τι και να μας στενοχωρεί, ανεβαίνουμε στη σκηνή και έρχεται ο "doctor theatre" και το θεραπεύει. Το ίδιο ισχύει και για το κοινό».

Ο παρηγορητικός Ριχάρδος τού θυμίζει αμυδρά... σύγχρονους δικτάτορες. «Οταν βάζεις, όπως έκανε ο Μέντες, το έργο σε ένα μοντέρνο πλαίσιο -θα μπορούσε κάλλιστα να είναι μια χώρα με κάποιον σαν τον Καντάφι ή τον Μουμπάρακ- είναι εντυπωσιακό πόσο αποκαλυπτικό γίνεται για ένα κοινό, που ίσως και να μην γνωρίζει καλά τον Σέξπιρ» λέει ο Κέβιν Σπέισι. Ο Σαμ Μέντες, πέρα από την αποβρετανικοποίηση του Ριχάρδου, του ζήτησε «να βγάλει και την πραγματική σκοτεινή πλευρά του εαυτού του». Ηταν αυτή η μεγαλύτερη δυσκολία;

«Το πιο δύσκολο ήταν να ξεχνάω το εξωτερικό φορτίο του ρόλου, δηλαδή την πίεση, που μου προκαλούσε το γεγονός ότι τον έχουν παίξει μεγάλοι ηθοποιοί» απαντά. «Προσπαθούσα να μείνω προσηλωμένος στις πρόβες και να εμπιστεύομαι τον Σαμ και τους συναδέλφους μου, αφήνοντας απέξω τις προσδοκίες που είχε δημιουργήσει η παράσταση. Κι όλα έγιναν πιο εύκολα όταν κατάλαβα ότι ο Σαμ είχε συγκεντρώσει τόσους λαμπρούς ηθοποιούς μαζί με τους οποίους ανακάλυπτα το έργο. Ο "Ριχάρδος Γ'" αντιπροσωπεύει ακριβώς τη σημασία της λέξης "company" (θίασος), την απόλυτη συνεργασία και ισοτιμία. Είμαστε "company" και πανευτυχείς γι' αυτό».

Για τόση θεατρική πείρα και περγαμηνές (βραβεία Olivier και Tony) ο Κέβιν Σπέισι έχει ελάχιστη σεξπιρική προπαιδεία. Εκτός από τον «Ριχάρδο Β'», που έπαιξε το 2006, δεύτερη χρονιά του στο Ολντ Βικ με σκηνοθέτη τον Τρέβορ Ναν, έχει συμμετάσχει σε έναν μόνο ακόμα Σέξπιρ. «Αμέσως μετά την αποφοίτησή μου από το Τζούλιαρντ Σκουλ, το 1981, πήρα μικρούς ρόλους σε μια παράσταση του "Ερρίκου IV" στο Σέντραλ Παρκ», θυμάται, «στο New York Shakespeare Festival». Πήρε, όμως, μαζεμένη τη δόση από τον βάρδο.

«Καμία άλλη θεατρική μου εμπειρία δεν συγκρίνεται με τον "Ριχάρδο Γ'". Δεν νομίζω ότι έχω μπει ποτέ τόσο πολύ μέσα σε ένα ρόλο, όπως τώρα», λέει. «Ο Σέξπιρ στο έργο αυτό κατά κάποιον τρόπο εκτίθεται. Δείχνει πόσο νέος και άπειρος συγγραφέας είναι κρατώντας τον πρωταγωνιστικό του χαρακτήρα σε εννέα συνεχόμενες σκηνές, χωρίς διακοπή! Αργότερα, βέβαια, έμαθε. Είμαι σίγουρος ότι και οι άλλοι ηθοποιοί θα του είπαν: δεν είναι δυνατόν, γαμώτο, να μου βάζεις εννέα συνεχόμενες σκηνές, δώσε μου κι ένα διάλειμμα».


Συνέντευξη στη ΒΕΝΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ / ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ

Παρασκευή 15 Ιουλίου 2011

Γκοντάρ : Αν πληρώναμε δικαιώματα στην Ελλάδα για τη λέξη "συνεπώς" θα τη βγάζαμε από την κρίση

The big story

Film is over. Auteurs are out. Jean-Luc Godard says so, therefore we should listen.

"We once believed we were auteurs but we weren't," the grumpy grandfather of Nouvelle Vague told Fiachra Gibbons this week. "We had no idea, really ... with mobile phones and everything, everyone is now an auteur."

This, says Gibbons, is "the cartoon Godard we are familiar with: the Godard of the grand gesture" and this side of the great director - enigmatic, contrary, haughty - hasn't dulled with age. His latest work, Film Socialisme, a montage of link-less sights and sounds collected and crushed into 101 minutes is uncompromising, a "numbing assault on the eyes, brain and the buttocks". That's Gibbons talking, and he's a fan.

Whatever your take on Film Socialisme, there's no denying the legacy, nor the abrasive charm of its creator - a man who starts an interview attempting to solve Greece's financial problems ("The Greeks gave us logic … every time we use the word therefore, we have to pay 10 euros to Greece") and ends it by giving the interviewer an un-filmed script.

We owe Godard a lot. Oh … and we owe Greece 10 Euro.



Jean Luc Godart has a solution to Europe's financial crisis. It's as simple and ingenious as one would expect from the man who, with all the young guns of theNouvelle Vague, freed cinema from its studio straitjacket in the 1960s. "The Greeks gave us logic. We owe them for that. It was Aristotle who came up with the big 'therefore'. As in, 'You don't love me any more, therefore . . . ' Or, 'I found you in bed with another man, therefore . . . ' We use this word millions of times, to make our most important decisions. It's about time we started paying for it.

  1. Film Socialisme
  2. Production year: 2010
  3. Country: Rest of the world
  4. Cert (UK): PG
  5. Runtime: 101 mins
  6. Directors: Jean-Luc Godard
  7. Cast: Catherine Tanvier, Christian Sinniger, Patti Smith, Robert Maloubier
  8. More on this film

"If every time we use the word therefore, we have to pay 10 euros to Greece, the crisis will be over in one day, and the Greeks will not have to sell the Parthenon to the Germans. We have the technology to track down all those therefores on Google. We can even bill people by iPhone. Every time Angela Merkel tells the Greeks we lent you all this money, therefore you must pay us back with interest, she must therefore first pay them their royalties."

He laughs, I laugh, someone listening in the next room laughs. Godard is, of course, against the whole bourgeois capitalist concept of copyright: he gives it the finger in a none-too-subtle gag at the end ofFilm Socialisme, the latest salvo in his 40-year war against Hollywood, released last week. Cinema's enfant terrible may be 80, but he's lost none of his genius for contrarian cheek.

Film Socialisme is vintage late-Godard in all its baffling glory: a numbing assault on the eyes, brain and the buttocks, that takes liberties with your patience and mental endurance, but has an undeniable originality. There is no story of course, heavens no. Instead, we are at sea on a cacophonous Mediterranean cruise ship, a floating Las Vegas drowning in over-consumption, where a Greek chorus of actors and philosophers wander among the middle-aged passengers quoting Bismarck, Beckett, Derrida, Conrad and Goethe in French, German, Russian and Arabic.

It's not an easy watch. The will to live frequently slips away as images of the last tortured century pass before our eyes – only to be revived again by Godard's sublime shots of the ship and the sea, or some random quotation that hits its mark. "To be right, to be 20, to keep hope," we hear as Patti Smith wanders the decks with her guitar, like a sullen teenager. So is this the future of film, as Godard's supporters claim? I'm not sure. All I know is that no one else makes films like this. And what other major director would put the whole thing on YouTube, albeit playing at lightning speed, the day before it was released?

A man eaten by his own myth

Godard's diehard disciples see it not just as a metaphor for Europe – a ship of aging malcontents adrift in their own history – but as a manifesto for a "new republic of images", free from the dead hand of corporate ownership and intellectual property laws. This new cinema will be cut and pasted together in a world beyond copyright, where droit d'auteur will soon seem as medieval as droit du seigneur. Until now, Godard has shed little light on his creation, having gone awol just as the film was premiered at Cannes this year, leaving only the message: "Because of Greek-style problems, I cannot oblige you at Cannes. I would go to the death for the festival, but not a step further."

This is the kind of cartoon Godard we are familiar with, the Godard of the grand gesture, the Godard who has been a stock character of intellectual jokes ever since he veered off into Maoist obscurantism after rewriting the rules of cinema in the early 1960s with films like A Bout de Souffle (Breathless). Egged on byRaoul Coutard, his brilliant director of photography, he shot on the fly with handheld cameras and no script to speak of, opening the way not just for the French New Wave but a whole generation of independent directors the world over. Scorsese, Tarantino, Altman, Fassbinder, De Palma, Soderbergh, Jarmusch, Paul Thomas Anderson – in one way or another, they and countless others modelled themselves on this enigmatic Swiss director with an inexhaustible line in snappy aphorisms that will keep film theorists in work for centuries: "Photography is truth. The cinema is truth 24 times per second"; "A story should have a beginning, a middle and an end, but not necessarily in that order."

Somewhere along the way, though, the man appears to have been eaten by the myth. The Godard sitting before me in a Paris flat, wearing a T-shirt so tight it gives him the air of a bristly, bespectacled Buddha awoken from his afternoon nap, is so much more human, so much more childlike than the legend. He has a slight lisp. He is playful and patient. He tries to answer questions others might take as insults. He makes sense, mostly. It is hard to see him as "the shit" fellow New Wave director François Truffaut fell out with in the 1970s.

He is even nice about Hollywood, or at least the Hollywood of the 1930s-1950s, "that could make films like no one else could. Now even the Norwegians can make films as bad as the Americans." He raves about the non-narrative form of westerns. "All you know is that a stranger rides into town." I ask about the pressure of being seen as the auteur's auteur, a permanent visionary. "I am not an auteur, well, not now anyway," he says as casually, as if it was like giving up smoking. "We once believed we were auteurs but we weren't. We had no idea, really. Film is over. It's sad nobody is really exploring it. But what to do? And anyway, with mobile phones and everything, everyone is now an auteur."

Godard rarely gives interviews and often cancels them. For more than 30 years, he has tried to find a new language of film, locking himself away in his garage in the dull Swiss town of Rolle. A French philosopher told me he once spent a week waiting in vain outside his house for an audience. I ask about the significance of the llama and the donkey in Film Socialisme, which have prompted much chin-stroking among critics. "The truth is that they were in the field next to the petrol station in Switzerland where we shot the sequence. Voilà. No mystery. I use what I find." He says people often find meaning in his films that are not there. I begin to wonder if Godard has been greatly misunderstood: is he in fact much simpler than he seems?

"People never ask the right questions," he says. "My answer to the person who will never ask me the right question about this film is that the image I really like is the one about Palestine, the trapeze artists." This is a metaphor for the beauty that will be born the day Jews and Arabs learn to work together.

We are edging towards the prickly subject of Godard's alleged antisemitism, a subject that reared its head again last year when he got an honorary Oscar. His hostility to Israel and strong support for the Palestinian cause has often been conflated with a hatred of Jews, a claim he says is "idiotic". The philosopher Bernard Henri-Lévy, who worked with him on a number of aborted projects about "the Jewish being", once called him a man "trying to cure himself of his antisemitism". This may or may not come from his upper-class Swiss-French family, many of whom were sympathetic to Vichy. In Film Socialisme, he again puts his hand in the wasps' nest with such lines as: "How strange that Hollywood should be invented by the Jews."

The existential Lassie

Another book accusing him of antisemitism appeared a few weeks ago by the intellectual Alain Fleischer. Fleischer defines an antisemite as anyone opposed to Israel's existence; he admits, however, that Godard was an antisemite only in so much as "a Jew can sometimes be". I try to goad him into a reply but he is having none of it. "It makes me sad. He says the man has said this, but the man and the work are very different things." I ask if that means the man may be antisemitic but the work is not, but Godard waves his hands. "No, no! It's all ridiculous."

I make to leave, asking what he's doing next, and he jumps up like a teenager and goes rummaging in the next room, returning with a script. "Take it," Godard says, dedicating it to "the guardian of cinematography", for some reason thinking I may be able to help get it made. I'm touched, but deeply saddened that a great pioneer of cinema is having to huckster like this.

Or is he? Is he, at 80, just getting it out there – like putting his film on YouTube? As I walk down the Boulevard Magenta, I wonder if I should make it myself, since copyright and the idea of the auteur no longer mean anything to Godard. It's called Adieu to Language, which it very much is. It's about a couple and a dog, and life and death and everything else, though the dog is the real star. Yes, maybe I should make it. But is the world ready yet for Lassie: One Dog's Quest for Purpose in an Existential Universe? Or, crazier still, a Godard film with a happy ending?

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΗ GUARDIAN


Σάββατο 9 Ιουλίου 2011

ΠΑΙΖΟΥΜΕ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΑ


Ευχαριστώ τη Φίλια Δενδρινού για την ενημέρωση

Πέμπτη 7 Ιουλίου 2011

ΕΤ1 ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 8 ΙΟΥΛΙΟΥ 2011 ΣΤΙΣ 9 ΤΟ ΒΡΑΔΥ Όσα Παίρνει ο Άνεμος


111 ανεμογεννήτριες έχουν ξεσηκώσει πάθη στο νησί της Σκύρου, και μάλιστα πριν καν προλάβουν να τοποθετηθούν. «Οι απαίσιοι τούτοι θεόρατοι ανεμόμυλοι θα μουγκρίζουν διαρκώς, σκορπίζοντας παντού ανεμοζάλη και ταραχή, που όμως, ξέρουμε όλοι, φέρνει χίλιες αρρώστιες, καρκίνο, τρέλα, σπάσιμο νεύρων, τρίξιμο των δοντιών, σεξουαλική και ερωτική υποτονικότητα...», διατυπώνει γλαφυρά φυλλάδιο που διανεμήθηκε από τοπικό φορέα. «Ποιος θα 'ρχεται στο άγιο μας νησί, αν τ' αφήσουμε να μετατραπεί σε νησί του διαβόλου;» Ο Νίκος, ο Θανάσης, ο Στάθης, ο Κώστας πάντως αποκλείεται να αφήσουν τη Σκύρο να πάρει τον κατήφορο.Σκυριανοί και εκ πεποιθήσεως ευαισθητοποιημένοι σε θέματα περιβάλλοντος, αντιδρούν στα μεγαλεπίβολα σχέδια της εκκλησίας που όχι μόνο δεν αντιτίθεται αλλά συμμαχεί, αφού η Μονή Μεγίστης Λαύρας είναι ο αποκλειστικός ιδιοκτήτης της προτεινόμενης για τα αιολικά πάρκα περιοχής. Μέσα από την καταγραφή μιας εκδρομής στη φύση, ο Άγγελος Κοβότσος εκμαιεύει ένα θησαυρό οικολογικών γνώσεων από το μαχόμενο πληθυσμό της Σκύρου, που έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τα τρομακτικά σχέδια του πιθανού κατασκευαστή, που συμπεριλαμβάνουν 9 αιολικά πάρκα και 111 ανεμογεννήτριες συνολικής ισχύος 330 MW.

Οικολογικά Ημερολόγια

Πράσινες σταυροφορίες εν καιρώ περιβαλλοντικού πολέμου.

Σκηνοθεσία: Άγγελος Κοβότσος

Διεύθυνση Φωτογραφίας: Δημήτρης Κασιμάτης

Μοντάζ: Γιώργος Διδυμιώτης

Έρευνα: Άγγελος Κοβότσος, Δέσποινα Παυλάκη

Παραγωγή: Doc3 – Βάλερυ Κοντάκου & Μαριάννα Οικονόμου

Παρασκευή 1 Ιουλίου 2011

Μυρσίνη Λοϊζου προς κυβερνώντες: Καληνύχτα Ήλιε...


Κυρίες και Κύριοι της Κυβέρνησης και του ΠΑΣΟΚ.

Γνωρίζω εκ των προτέρων, ότι αυτή η κίνησή μου είναι συμβολική, εν τούτοις η συνείδησή μου, και η αξιοπρέπειά μου ως ενεργού πολίτη μου επιβάλλει να σας γνωστοποιήσω τα εξής: Ο πατέρας μου Μάνος Λοΐζος αγωνίστηκε με τον δικό του τρόπο, για αξίες όπως η Ελευθερία, η Δημοκρατία, και η Κοινωνική Δικαιοσύνη. Προσπάθησε να υπηρετήσει μέσω της τέχνης του, τα οράματα και τις αξίες ενός καταπιεζόμενου Λαού, ο οποίος με πολύ κόπο, αίμα και δάκρυα αγωνίστηκε για την Δημοκρατία, την οποία τόσο βάναυσα του την στερούσαν. Αφού αυτός ο Λαός κατοχύρωσε με πολλούς αγώνες τα στοιχειώδη Δημοκρατικά δικαιώματα τα οποία στην Ευρώπη είχαν κατακτηθεί χρόνια πριν, έρχεστε σήμερα και όπου Δικαιώματα βάζετε ευκαιρίες.
Τα Δικαιώματα στην εργασία, την υγεία, την Παιδεία, την ποιότητα ζωής, τον πολιτισμό, τα έχετε κάνει ένα απέραντο fast track έξυπνων επενδύσεων, ξεπουλώντας όχι μόνο τον Δημόσιο πλούτο αυτή της χώρας, αλλά και την ίδια την ανθρώπινη ύπαρξη. Τόσα χρόνια σας ακούω να χρησιμοποιείτε το "Καλημέρα Ήλιε" στις Κομματικές σας συγκεντρώσεις. Παλιότερα, απλά με ενοχλούσε αισθητικά καθώς και με πλήγωνε, εξαιτίας αφενός της υποκρισίας σας, -διότι οι δικές σας αξίες επέβαλαν και έναν βαθιά εξουσιαστικό τρόπο ζωής, και δημιούργησαν σκλάβους αντί για ελεύθερους ανθρώπους, και ενεργούς πολίτες- και αφετέρου διότι οι δικές σας αξίες δεν έχουν καμία μα καμία σχέση με αυτό που προσπαθεί να πει το συγκεκριμένο τραγούδι. Τώρα όμως πλέον εξοργίζομαι, γιατί δείχνει ότι δεν έχετε καταλάβει τίποτα από τους αγώνες του Λαού και των εργαζομένων, πράγματα τα οποία ενέπνευσαν τον πατέρα μου, και του έδωσαν και μια αντίστοιχη στάση ζωής στην καθημερινότητά του ως πολίτη, και στις σχέσεις του με τους συνανθρώπους του.
Το τραγούδι αυτό καλημερίζει τον Ήλιο, την ελπίδα, την αλληλεγγύη, και την προσμονή ενός ολόκληρου Λαού, για Δημοκρατία και Ελευθερία. Εσείς όμως, είστε υπεύθυνοι για την πιο βαθιά, πνευματική, αξιακή, ηθική, και πολιτισμική καταχνιά που θα μπορούσε να έχει ποτέ αυτός ο τόπος. Ως εκ τούτου, σας απαγορεύω ρητά και κατηγορηματικά, να χρησιμοποιείτε έργο ή μέρος του έργου του Μάνου Λοΐζου, σε οποιαδήποτε κομματική σας εκδήλωση ή δραστηριότητα. Βέβαια ίσως να απαντήσετε ότι το έργο του Μάνου Λοΐζου ανήκει στον Λαό. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο όμως και η συγκεκριμένη πράξη εκ μέρους μου. Επειδή όπως αποδείχτηκε δεν είστε, και ούτε ήσασταν ποτέ μέρος αυτού του Λαού, και δεν έχετε πλέον κανένα δικαίωμα και καμία νομιμοποίηση να συνεχίζετε να τον εξαπατάτε. Ο Ήλιος άλλωστε, είναι δικός μας, και όχι δικός σας. Δεν μπορεί κανείς να μας τον πάρει. Και δεν θα μας τον πάρει.

ΜΥΡΣΙΝΗ ΛΟΪΖΟΥ