ΞΑΝΘΟΥΛΗΣ : Να ξαναγίνουμε φτωχοί. Όπως ήμασταν πάντα. Όπως οι ήρωες των παλιών αναγνωστικών που οι γιαγιάδες έμοιαζαν με γιαγιάδες κι όχι με συνταξιούχες πόρνες. Όπου οι μπαμπάδες επέστρεφαν το μεσημέρι για να καθίσει ΟΛΗ η ελληνική οικογένεια στο τραπέζι και να φάει το σεμνό φαγητό -όσπρια πεντανόστιμα και ζαρζαβατικά με μαύρο ψωμί μοσχοβολιστό- ενώ η γάτα και ο σκύλος περίμεναν στωικά να 'ρθει η σειρά τους ... Να ξαναγίνουμε φτωχοί όπως ήμασταν πριν σαράντα και πενήντα χρόνια. Τότε που ονειρευόμασταν εν μέσω γκρι, μπλε και μπεζ χρωμάτων, τότε που καμιά Ελληνίδα δεν φιλοδοξούσε να γίνει ψευδοξανθιά, τότε που η λάσπη κολλούσε συμπαθητικά στα παπούτσια μας και οι αυθεντικοί ζήτουλες βρίσκονταν έξω απ' τις εκκλησιές περιμένοντας το τέλος της λειτουργίας και του μνημόσυνου.
ΤΣΑΚΙΡΟΠΟΥΛΟΥ : Να ξαναγίνετε φτωχοί χωρίς εμένα. Η δική μου γιαγιά ήρθε από απέναντι μόνο με το φουστάνι που φόραγε και κατάφερε δουλεύοντας σκληρά να μεγαλώσει τα παιδιά της, να προκόψει (έτσι το λέγαμε τότε) να δει τα εγγόνια της να σπουδάζουν χωρίς να χρειάζονται ακριβοπληρωμένα φροντιστήρια και μια φορά το χρόνο - γριά πια - να επιφυλλάσει στον εαυτό της τη μέγιστη πολυτέλεια ενός ζευγαριού παπουτσίων από τον Σκλιά. Εμένα δεν μου άρεσε η λάσπη που κολλούσε στα παπούτσια μου. Μου άρεσαν οι πικροδάφνες στην Διονυσίου Αρεοπαγίτου, η μυρωδιά στα Αναφιώτικα, οι νερατζιές στη Πανεπιστημίου, η θέα της Ακρόπολης από τη Πατησίων. Μου άρεσε να διαβάζω στο Θέτρο του Διονύσου Σοφοκλή, Αισχύλο και Ευριπίδη, να βλέπω παραστάσεις στο υπόγειο του Κουν και στο Ηρώδειο. Μου άρεσε ο Χατζηδάκης και ο Τσαρούχης. Αυτά ήταν η πατρίδα μου και αυτά με έκαναν να την ονειρεύομαι χωρίς λασπόδρομους, ζήτουλες και ψευδοξανθιές.
ΞΑΝΘΟΥΛΗΣ : Να ξαναγίνουμε φτωχοί πλην τίμιοι, χωρίς κινδύνους να ξεστρατίσουν οι αρχιμανδρίτες προς την ψηφιακή παιδοφιλία. Να βρούμε ξανά τις σωστές μας κλίμακες χωρίς αγωνία παρκαρίσματος και παχυσαρκίας. Να ξαναβρούμε τη γεύση του «μπατιρόσπορου», των ελαχιστοποιημένων αναγκών, να ανακαλύψουμε εκ νέου τον ποδαρόδρομο και το συγκινητικό μοντέλο της «γυναίκας της Πίνδου». Μόνο με τέτοιες ηρωικές διαδρομές ενδεχομένως να ακυρώσουμε το κόμπλεξ μας έναντι του Μπραντ Πιτ και της Ναόμι Κάμπελ.
Να ξαναβρούμε -γιατί όχι- και τους παλιούς καλούς εχθρούς (κυρίως από τα βόρεια) που σήμερα τους έχουμε σκλάβους στα παβιγιόν μας. Να ξετρελαθούμε από την επικοινωνιακή μας υστερία με τα σιχαμένα κινητά τηλέφωνα που κατάργησαν κάθε έννοια ιδιωτικής ζωής. Να σκάψουμε στις αυλές -όσοι έχουν αυλές- και να κάνουμε παραδοσιακούς ασβεστόλακκους για να ασπρίζουμε τα δέντρα έτσι για καλαισθησία και υγεία. Να βρούμε πάλι τη σημασία του χώματος καταργώντας το καυσαέριο του επάρατου τρέχοντος πολιτισμού. Να εφεύρουμε τις παλιές νοσοκόμες που σέρνονταν από σπίτι σε σπίτι ρίχνοντας ενέσεις πενικιλίνης στα οπίσθια ολόκληρου του Έθνους.
Να προσδιορίσουμε ξανά την ντροπή και τον «σεβασμό» προσέχοντας το βλακώδες λεξιλόγιο των τέκνων μας. Επιτέλους, όποιο τέρας βρίζει ή χρησιμοποιεί την πάνδημη και πολυμορφική λέξη «ΜΑΛΑΚΑΣ» πάνω από εκατό φορές την ημέρα να το μπουκώνουμε με «κόκκινο πιπέρι εξόχως καυτερό», όπως τον καιρό της εξαίρετης φτώχειας μας .
Να μάθουμε να χρησιμοποιούμε τα κουλά μας χέρια σε δουλειές που σήμερα δίνουμε του κόσμου τα λεφτά, όπως μεταποίηση ρούχων, αλλαγές γιακάδων στα πουκάμισα, καρικώματα στις κάλτσες, υδραυλικές και σχετικές εργασίες. Να απαγορευτεί διά ροπάλου το γκαζόν που για μας τους πρώην φτωχούς δεν σημαίνει απολύτως τίποτα. Στη θέση του να φυτευτούν λαχανικά ή και οπωροφόρα για να μην καλοσυνηθίζουμε την κάστα των μανάβηδων. Κάποτε ο μαϊντανός, τα κρεμμύδια και τα σκόρδα ήταν τα βασικά καλλωπιστικά των κήπων μας .
ΤΣΑΚΙΡΟΠΟΥΛΟΥ : Τίμια ήμουν ανέκαθεν και το ίδιο έμαθα και στο παιδί μου. Δουλέυω από την ημέρα που τελείωσα το λύκειο. Δούλευα και σπούδαζα χωρίς φοιτητική άδεια γιατί ο τότε διευθυντής μου έλεγε το αμίμητο «Δεσποινίς μου πρέπει να διαλέξετε ή φοιτήτρια θα είστε ή εργαζόμενη». Και διάλεξα και τα δύο. Και τα κατάφερα και στα δύο. Και παράλληλα έμαθα και τρεις ξένες γλώσσες. Και πλήρωνα και πληρώνω σκληρούς φόρους, χωρίς ποτέ μα ποτέ να έχω κρύψει ούτε δραχμή των εισοδημάτων μου.
Ναι λοιπόν δουλεύω 10 ώρες την ημέρα επί 24 συναπτά έτη και κάποια στιγμή τα κατάφερα και έβγαλα λεφτά. Πρέπει να ντρέπομαι; Ούτε επιδοτήσεις για ανύπαρκτες καλλιέργειες πήρα ποτέ, ούτε καμμία απευθείας ανάθεση, ούτε σε επιτροπή ή Δ.Σ. ή οργανισμό του δημοσίου ήμουν μέλος, ούτε προαγωγή πήρα μετά από τηλέφωνο πολιτικού προσώπου. Ότι έκανα το έκανα μόνη μου. Και τα Μanolo που φοράω μόνη μου τα πήρα. Και κάθε φορά που ανεβαίνω πάνω τους θυμάμαι τη γιαγιά μου και τη χαρά της όταν έφερνε στο σπίτι το περίφημο κουτί από τοsalon sklia και τη περηφάνεια της όταν τα φόραγε και μας έλεγε τι πέρασε στη ζωή της και πως τα κατάφερε να «προκόψει».
Και δεν θέλω να ξαναβρώ παλιούς εχθρούς, θέλω μόνο νέους φίλους και συμμάχους για να πραγματοποιήσουμε το όνειρο μιας δίκαιης, αξιοκρατικής και προοδευτικής κοινωνίας. Δεν θέλω καμμιά νοσοκόμα να «συρθεί» στο σπίτι μου όταν αρρωστήσω. Θέλω να υπάρχει ένα σύστημα υγείας που θα με περιθάλψει. Αυτό πληρώνω άλλωστε με το μισό του εισοδήματός μου. Δεν πληρώνω για να τρώνε τα λαμόγια των νοσοκομείων και οι φαρμακευτικές εταιρείες.
Και δεν θέλω να ράβω μόνη μου τα ρούχα μου, γιατί δεν προλαβαίνω και γιατί δεν καταλαβαίνω το λόγο που πρέπει να σπρώξω στην ανεργία μια μοδίστρα.
Και δεν θέλω στη βεράντα μου να φυτέψω ζαρζαβατικά ( στο ρετιρέ του ο κος Ξανθούλης ας το κάνει ), μου αρέσουν οι γαζίες μου και οι μυρτιές μου και οι δάφνες μου. Και μου αρέσει και ο μανάβης της γειτονιάς μου. Και μάλιστα πολύ. Γιατί αντί να δώσει το ιδιόκτητο μαγαζί γωνία που έχει στο κέντρο της Αθήνας για να γίνει Everest ή Γερμανός, έχει το πείσμα, το κουράγιο και τη τρέλλα να επιμένει να πουλάει τη πραμάτεια του υπό τους ήχους κλασσικής μουσικής.
ΞΑΝΘΟΥΛΗΣ : Να επανακτήσουμε το κύρος μας, χρησιμοποιώντας βέργες κι ό,τι τέλος πάντων απαιτούσε ο βασικός σωφρονιστικός κώδικας τα χρόνια της περήφανης ανέχειας ... Σταματήστε τις ψυχολογίες και τις παραφιλολογίες για τα «τραύματα» των παιδιών. Μόνο λύσεις γήινες και πρακτικές -χωρίς ενστάσεις από τον Ρομπέν της ευαισθησίας, τον ΣΥΡΙΖΑ- θα αποκαταστήσουν την τρέλα και το χάος που υπαινίσσονται οι στατιστικές.
ΤΣΑΚΙΡΟΠΟΥΛΟΥ : Και φυσικά δεν θέλω να χρησιμιποιήσω βέργες για να σωφρονίσω τη κόρη μου. Η κόρη μου με κάνει περήφανη και μου δίνει τη δυνατότητα να ονειρεύομαι μια καλύτερη πατρίδα.
Μια πατρίδα που οι αγρότες της δεν τρώνε επιδοτήσεις και αποζημιώσεις στα μπουζουκομάγαζα, οι πολιτικοί της είναι και ηθικοί και νόμιμοι, η άρχουσα τάξη της δεν αποτελείται από λαμόγια και απατεώνες, ψευτοκουλτουριάδες και δήθεν διανοούμενους που συναναστρέφονται με κλέφτες πολιτικούς.
Μια πατρίδα με ανθρώπους σα τη γιαγιά μου και τη κόρη μου, εμένα και τους φίλους μου και όλους αυτούς που δεν συμμετείχαν στο πάρτυ. Ε λοιπόν όχι δεν ήμασταν εκεί όταν τρώγανε, όταν έχτιζαν βίλλες ή αγόραζαν καγιέν. Ούτε τώρα είμαστε με αυτούς που κρύβουν τις πισίνες τους, φυγαδεύουν τα λεφτά τους στο εξωτερικό και αγοράζουν ακίνητα όσο-όσο στο Λονδίνο.
ΞΑΝΘΟΥΛΗΣ : Να θυμηθούν οι Νεοέλληνες πως προέρχονται απ' τον Μεγαλέξανδρο, από τον Μιλτιάδη, τον Αριστείδη και προφανώς απ' τον... Αλκιβιάδη, πράγμα που σημαίνει ότι μπορούν να βάλουν σε ενέργεια τον «δίκαιο θυμό» αν συμπέσουν με ληστές τραπεζών, περιπτέρων, σούπερ μάρκετ και κοσμηματοπωλείων. Κανένας δισταγμός. Τα παλιά χρόνια για ψύλλου πήδημα σε μπαγλάρωναν. Θυμήσου και κόψ' τους τα χέρια ή και τα αχαμνά. Επιτέλους ας σταματήσουμε την ευρωπαϊκή μας ψυχοπάθεια ...
ΠΟΤΕ κανένας Έλληνας δεν έγινε σωστός Ευρωπαίος. Ούτε καν ο Αβραμόπουλος ούτε καν ο Σημίτης και άλλοι τέτοιοι που μου διαφεύγουν. Απ' τον καιρό που σταματήσαμε να θυμώνουμε σωστά, την πατήσαμε. Σταματήστε το «ντόπινγκ» με το τσουλαριό των λαϊκών ασματομουλάρων. ΠΟΣΟΥΣ ΠΙΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΕΣ ΧΩΡΑ Η ΕΛΛΑΣ, κύριοι καναλάρχες της πλάκας; Δεν είναι καιρός να ξεβρωμίσει ο τόπος απ' τους εκφραστές του τραγουδιστικού Κάμα Σούτρα; ΠΟΙΟΣ θα μαζέψει τις ελιές στα περιβόλια όταν ο κάθε πικραμένος ονειρεύεται να γίνει αφίσα στη Συγγρού; Ποιος θα καθαρίσει τη Συγγρού απ' το αίσχος της καψουρικής ταπετσαρίας, κύριοι δήμαρχοι; Οι τραβεστί; Οι καημένες οι τραβεστί έχουν άλλες υποχρεώσεις ...
Μη φοβάστε τη φτώχεια. Η πατρίδα μας είναι ευλογημένη έστω κι αν δεν παράγει λαμαρίνες αυτοκινήτων ή καλής ποιότητας νάρκες και όπλα για τριτοκοσμικούς. Θυμηθείτε την ευλογία του ελαιόλαδου, της κορινθιακής σταφίδας, του χαλβά Φαρσάλων, των εσπεριδοειδών, της σαρδέλας και των λατρεμένων ραδικιών. Λάδι, χόρτα, ελίτσες, λίγο τυρί και ψωμί ζεστό, να φρεσκάρουμε στο μνημονικό μας το παλιό αναγνωστικό του Δημοτικού. Το ξέρω πως είναι ζόρι να κόψουμε το σούσι απότομα, όμως ήρθε ο καιρός να αναβιώσουμε την όπερα της πεντάρας, της δεκάρας και των άλλων χρηστικών μας αξεσουάρ. Μια δοκιμή νομίζω πως θα μας πείσει ...
ΖΗΤΩ Η ΕΛΛΑΣ και ο θεός των μικρών πραγμάτων μαζί μας.
ΤΣΑΚΙΡΟΠΟΥΛΟΥ : Και ναι προερχόμαστε από το Μεγαλέξανδρο, το Μιλτιάδη, τον Αριστείδη, τον Αλκιβιάδη. Αλλά και από τον Πλάτωνα και τον Επίκουρο. Το Σοφοκλή και τον Αριστοφάνη. Και ελπίζω να μην ξαναζήσουμε στην Ελλάδα εποχές που σε μπαγλάρωναν για ψύλλου πήδημα.
Και ναι μου αρέσει το ελαιόλαδο, η κορινθιακή σταφίδα, ο χαλβάς φαρσάλων, τα εσπεριδοειδή, οι σαρδέλες και τα ραδίκια. Η φτώχεια όμως όχι. Δεν θα πάρω.
Να δοκιμάσετε χωρίς εμένα.
Τα έργα τέχνης ζουν μέσα σε απέραντη μοναξιά και η κριτική είναι το χειρότερο για να τα ζυγώσεις.
Μονάχα η αγάπη μπορεί να τα συλλάβει, να τ' αγκαλιάσει, να σταθεί δίκαιη απέναντί τους
RAINER MARIA RILKE
Μονάχα η αγάπη μπορεί να τα συλλάβει, να τ' αγκαλιάσει, να σταθεί δίκαιη απέναντί τους
RAINER MARIA RILKE
Παρασκευή 21 Μαΐου 2010
Τετάρτη 19 Μαΐου 2010
Ο ΨΕΥΤΗΣ ΚΙ Ο ΚΛΕΦΤΗΣ ΟΛΟ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ ΧΑΙΡΟΝΤΑΙ Του Σταµάτη Φασουλή
Είναι όµως και κάτι Ελληνες που µέσα στο κακό και την αντάρα της αγοράς, σφιγµένοι στη ζώνη µε τις καινούργιες τρύπες, κάθονται στη γωνιά αµίλητοι, περίλυποι έως θανάτου σαν να περιµένουν στην ουρά να πάρουν µε το δελτίο τη χαρά.
Δεν έφταιξαν σε τίποτα. Τόσα χρόνια µέτραγαν τη ζωή τους όχι µε τη σέσουλα του λαµόγιου, όχι µε το σταγονόµετρο της µιζέριας, αλλά µε της ψυχής τους τον καηµό. Δεν ανακατεύτηκαν ούτε µε τους πολιτικούς ούτε µε τους εργολάβους. Ούτε µε την εξουσία ούτε µε τους αντιεξουσιαστές. Δεν χώθηκαν στο Δηµόσιο µε τη βοήθεια του εκάστοτε κοµµατόσκυλου, δεν άφησαν ποτέ τα χείλη τους να πάρουν το σχήµα του παραπόνου. Κρατήθηκαν χρόνια στη ζωή µε την ελπίδα και το χαµόγελο, µε την πίστη στο αύριο και στους νέους, µε την αγάπη στη γνώση και την καρδιά στο αίσθηµα, µε εκδροµή κι απόδραση την τέχνη, µε όπλο το φως το ελληνικό και µόνη τους παρηγοριά τη γλώσσα, τη λαλιά τους.
Οι άλλοι τους είπαν «κουλτουριάρηδες» παλιά κι αργότερα επειδή η «κουλτούρα» και µόνο σαν ήχος θάµπωνε τα φρεσκοασπρισµένα τους τα δόντια, τους αποκαλούσαν ειρωνικά «ευαίσθητους». Κάτι σαν τραυµατικούς παρίες της ζωής που µόνο µε συγκατάβαση µπορούν να τους δουν από το απάνθρωπο ύψος του Καγιέν ή από τα κάγκελα της φυλακής - καριέρας τους. Κι όµως, αυτοί οι καταχρηστικά «ευαίσθητοι», που δεν καταχράστηκαν ούτε καν την εµπιστοσύνη τους προς το αύριο, όπως έκαναν όλοι οι υπόλοιποι, είναι οι µόνοι που βλέπω να είναι σε στενάχωρη θέση.
Δεν έφταιξαν σε τίποτα κι όµως µόνο αυτοί κυκλοφορούν µε τη θλίψη στο βλέµµα και το βαθύ ερωτηµατικό που κάνει ένοχο το βήµα «µήπως εγώ είµαι ο φταίχτης; Κι αν ναι, πού έφταιξα; Σε τι;». Ολοι οι άλλοι βγαίνουν στην αγορά ουρλιάζοντας οι ηµιάγριοι και µε το δάχτυλο σηκωµένο δείχνουν και... «να τος», λένε, «να τος ο κλέφτης, πιάστε τον. Τον φοροφυγά, τον έτσι, τον αλλιώς, τον αρχιµαφιόζο» και δείχνουν τον απέναντι. Μόνο που απέναντί τους έχουν έναν τεράστιο καθρέφτη.
Ετσι µένουν µόνοι στη γωνία σαν ένοχοι οι αθώοι που οι αλήτες λένε «ευαίσθητους». Αυτοί και οι γέροντες της σύνταξης να πληρώνουν για όλα. Ωραία µέρα µάς ξηµερώνει και ελληνική. Με τους αθώους στον πάγκο και τους ενόχους να νοµοθετούν και να καταδικάζουν.
Ο Ζαν Λικ Γκοντάρ χθες δήλωσε ότι δεν θα παραστεί στο Φεστιβάλ των Καννών «εξαιτίας προβληµάτων τύπου Ελλάδας» (de type grec). Παλιά τον έλεγαν «κουλτουριάρη», τώρα ούτε ευαίσθητο νοµίζω θα καταδεχτούνε. Το πολύ πολύ να ρωτήσουν, όπως για όλους τους αθώους: «Ποιος είναι αυτός µωρέ µαλάκα;».
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: 19 Μαΐου 2010 στα "ΝΕΑ"
Δεν έφταιξαν σε τίποτα. Τόσα χρόνια µέτραγαν τη ζωή τους όχι µε τη σέσουλα του λαµόγιου, όχι µε το σταγονόµετρο της µιζέριας, αλλά µε της ψυχής τους τον καηµό. Δεν ανακατεύτηκαν ούτε µε τους πολιτικούς ούτε µε τους εργολάβους. Ούτε µε την εξουσία ούτε µε τους αντιεξουσιαστές. Δεν χώθηκαν στο Δηµόσιο µε τη βοήθεια του εκάστοτε κοµµατόσκυλου, δεν άφησαν ποτέ τα χείλη τους να πάρουν το σχήµα του παραπόνου. Κρατήθηκαν χρόνια στη ζωή µε την ελπίδα και το χαµόγελο, µε την πίστη στο αύριο και στους νέους, µε την αγάπη στη γνώση και την καρδιά στο αίσθηµα, µε εκδροµή κι απόδραση την τέχνη, µε όπλο το φως το ελληνικό και µόνη τους παρηγοριά τη γλώσσα, τη λαλιά τους.
Οι άλλοι τους είπαν «κουλτουριάρηδες» παλιά κι αργότερα επειδή η «κουλτούρα» και µόνο σαν ήχος θάµπωνε τα φρεσκοασπρισµένα τους τα δόντια, τους αποκαλούσαν ειρωνικά «ευαίσθητους». Κάτι σαν τραυµατικούς παρίες της ζωής που µόνο µε συγκατάβαση µπορούν να τους δουν από το απάνθρωπο ύψος του Καγιέν ή από τα κάγκελα της φυλακής - καριέρας τους. Κι όµως, αυτοί οι καταχρηστικά «ευαίσθητοι», που δεν καταχράστηκαν ούτε καν την εµπιστοσύνη τους προς το αύριο, όπως έκαναν όλοι οι υπόλοιποι, είναι οι µόνοι που βλέπω να είναι σε στενάχωρη θέση.
Δεν έφταιξαν σε τίποτα κι όµως µόνο αυτοί κυκλοφορούν µε τη θλίψη στο βλέµµα και το βαθύ ερωτηµατικό που κάνει ένοχο το βήµα «µήπως εγώ είµαι ο φταίχτης; Κι αν ναι, πού έφταιξα; Σε τι;». Ολοι οι άλλοι βγαίνουν στην αγορά ουρλιάζοντας οι ηµιάγριοι και µε το δάχτυλο σηκωµένο δείχνουν και... «να τος», λένε, «να τος ο κλέφτης, πιάστε τον. Τον φοροφυγά, τον έτσι, τον αλλιώς, τον αρχιµαφιόζο» και δείχνουν τον απέναντι. Μόνο που απέναντί τους έχουν έναν τεράστιο καθρέφτη.
Ετσι µένουν µόνοι στη γωνία σαν ένοχοι οι αθώοι που οι αλήτες λένε «ευαίσθητους». Αυτοί και οι γέροντες της σύνταξης να πληρώνουν για όλα. Ωραία µέρα µάς ξηµερώνει και ελληνική. Με τους αθώους στον πάγκο και τους ενόχους να νοµοθετούν και να καταδικάζουν.
Ο Ζαν Λικ Γκοντάρ χθες δήλωσε ότι δεν θα παραστεί στο Φεστιβάλ των Καννών «εξαιτίας προβληµάτων τύπου Ελλάδας» (de type grec). Παλιά τον έλεγαν «κουλτουριάρη», τώρα ούτε ευαίσθητο νοµίζω θα καταδεχτούνε. Το πολύ πολύ να ρωτήσουν, όπως για όλους τους αθώους: «Ποιος είναι αυτός µωρέ µαλάκα;».
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: 19 Μαΐου 2010 στα "ΝΕΑ"
Σάββατο 15 Μαΐου 2010
ΟΖΑΝ ΛΙΚ ΓΚΟΝΤΑΡ ΑΠΟ ΤΟ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΑΝΝΩΝ «Ολοι µας χρωστάµε τα πάντα στην Ελλάδα»
«Οι Ελληνες θα µπορούσαν να απαιτήσουν από τον σύγχρονο κόσµο χιλιάδες δισεκατοµµύρια για πνευµατικά δικαιώµατα», λέει ο µεγάλος σκηνοθέτης Ζαν Λικ Γκοντάρ σε συνέντευξή του σε γαλλικό περιοδικό
Κουράγιο παιδιά. Οσο υπάρχουν κορυφαία µυαλά σαν του Ζαν Λικ Γκοντάρ, ο κόσµος θα µας χρωστάει χιλιάδες δισεκατοµµύρια euros. Και ακόµα πιο πολλά! Επεσα πάνω σε µια ειδική - για το Festival De Cannes - έκδοση του περιοδικού «Les Ιnrockuptibles». Που περιέχει και µια συνέντευξη - ποταµό του Ζαν Λικ Γκοντάρ. Ογδόντα σήµερα το «κακό παιδί» της Νouvelle Vague της δεκαετίας του εξήντα. Η τελευταία ταινία του µε τον προκλητικό τίτλο «Film Socialisme» (Ταινία Σοσιαλισµού) θα προβληθεί τη Δευτέρα στο παράλληλο πρόγραµµα «Un Certain regard» (Ενα κάποιο βλέµµα).
Και θα «κατεβαίνει» για δύο µέρες ελευθέρως από το Ιντερνετ. Αυτό θα πει στην πράξη σοσιαλιστής.
Εντός της ταινίας εκφράζεται µε λατρεία για την Ελλάδα! Ετσι διαβάζω, έτσι ακούω. Την ταινία ακόµα δεν την έχω δει. Απλώς µεταφράζω ένα µέρος της συνέντευξής του σε δύο δηµοσιογράφους του «Ιnrockuptibles». Η ερώτηση απλή: «Γιατί τόσο ενδιαφέρον για την οικονοµική κρίση στην Ελλάδα;». Η απάντηση αποστοµωτική: «Πρέπει να ευγνωµονούµε την Ελλάδα. Το οξυγόνο που µας έδωσε πρέπει ως χρέος να αποπληρωθεί. Φιλοσοφία, Δηµοκρατία, Τραγωδία. Ολα προέκυψαν από την Ελλάδα. Ξεχνάµε ποια είναι η σχέση ανάµεσα στη Φιλοσοφία και την Τραγωδία.
Χωρίς Σοφοκλή δεν θα υπήρχε Περικλής.
Χωρίς Περικλή δεν θα υπήρχε Σοφοκλής» (πολύ σωστά, πράγµα που εννοεί πως χωρίς µεγάλους, θηριώδεις πολιτικούς, γιοκ από διανοούµενους, καλλιτέχνες και σοφούς. Γεγονός που διαπιστώνουµε στη σηµερινή ανοχύρωτη Ελλάδα. Ανοχύρωτη από ιδέες, λόγο και πράξεις καλλιτεχνών και διανοουµένων).
«Ο σηµερινός τεχνοκρατούµενος κόσµος χρωστάει τα πάντα στην Ελλάδα. Από εκεί η δηµιουργία της Λογικής. Ο Αριστοτέλης η Λογική. Ο Αλφα ισχυρίζεται το Βήτα. Ο Αλφα διαθέτει κάποιο θετικό χαρακτηριστικό. Αρα ο ισχυρισµός Βήτα είναι αληθινός. Αφού το είπε ο Αριστοτέλης έτσι θα είναι. Αυτή τη λογική χρησιµοποιούν οι κυρίαρχες δυνάµεις.
Ετσι φροντίζουν οληµερίς ώστε να µην υπάρχει καµία αντίδραση, ώστε να λειτουργούµε κάτω από µια ίδια λογική» (προφανώς εννοεί πως αφού αυτός που το λέει διαθέτει κάποιο θετικό χαρακτηριστικό, είναι ας πούµε επιστήµονας, πολιτικός, πλούσιος, τότε είναι και σωστός. Τουτέστιν δεν έχει σηµασία τι λες αλλά ποιος το λέει). «Ετσι σήµερα ο κόσµος λειτουργεί. Ετσι προσπαθεί να αποφεύγει τις αντιφάσεις. Ολοι χρωστάµε λεφτά στην Ελλάδα. Οι Ελληνες θα µπορούσαν να απαιτήσουν από τον σύγχρονο κόσµο χιλιάδες δισεκατοµµύρια για πνευµατικά δικαιώµατα. Οποιος καταδικάζει την Ελλάδα για ψέµα πρέπει να σκεφτεί: Αν ο Επαµεινώνδας είναι ψεύτης, τότε και ο Ελληνας είναι ψεύτης».
Με έναν τέτοιο συνήγορο θα έκανα έφεση στο δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Διεθνούς Νοµισµατικού Ταµείου. Δώστε κι άλλα. Ολο το χρέος προς την Ελλάδα εδώ και τώρα να πληρώσετε!
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)