Τα έργα τέχνης ζουν μέσα σε απέραντη μοναξιά και η κριτική είναι το χειρότερο για να τα ζυγώσεις.
Μονάχα η αγάπη μπορεί να τα συλλάβει, να τ' αγκαλιάσει, να σταθεί δίκαιη απέναντί τους
RAINER MARIA RILKE

Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2011

ΤΟ EXILE ROOM ΕΠΑΝΕΡΧΕΤΑΙ

-------------------- ΠΕΜΠΤΗ 13/10 στις 21:00 --------------------

Αν ένα μάτσο γκραφιτάδες από τους δρόμους του Λος Άντζελες κατάφεραν να καβαλήσουν την προεκλογική καμπάνια του Ομπάμα, να διεισδύσουν στις διαφημιστικές εκστρατείες της Pepsi και να κάνουν ταινίες εντός και εκτός Hollywood, τότε όλα είναι δυνατά, σωστά; Σωστά, όπως θα σας διαβεβαιώσει οHarmony Korine λίγο μετά το Kids και λίγο πριν συνεργαστεί με τη Bjork, ο Mike Mills, λίγο μετά τα εξώφυλλα των Air και λίγο πριν τη Miranda July και οShepard Fairey λίγο μετά τα αυτοκόλλητα Obey Giant και λίγο πριν την αφίσα του Barack Obama. Όσοι είδαν το Exit Through the Gift Shop ξέρουν τι ακολούθησε. Καιρός να μάθετε τι προηγήθηκε....

-------------------- ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ --------------------

Exile Room, Αθηνάς 12, 3ος όροφος, απέναντι από τη στάση Μετρό Μοναστηράκι, τηλ 210 3223395, www.exileroom.gr

-------------------- ΣΗΜΕΙΩΣΗ --------------------

Όλες οι προβολές είναι δωρεάν και γίνονται χωρίς ελληνικούς υπότιτλους. Όποια ταινία είναι σε άλλη γλώσσα έκτος των Αγγλικών, θα είναι υποτιτλισμένη στα Αγγλικά. Όλες οι προβολές συνοδεύονται από ποτό χωρίς υποχρεωτικό αντίτιμο, αν και οποιαδήποτε εθελοντική συνδρομή είναι ευπρόσδεκτη.



Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2011

Ο ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΙΝΟ ΡΟΤΑ


«Η Μουσική του Ρότα βασίζεται σ' αυτό που αποκαλούμε ανεξήγητο. Στη Μελωδία», επισημαίνει στο κείμενό του που δημοσιεύεται στο βιβλίο «Ο καθρέφτης και το μαχαίρι» (εκδ. Ικαρος). «Αλλά συγχρόνως παίζει και με την ανάμνηση. Αυτό που η μητέρα του φορούσε, αυτός στα χέρια του το μετασχηματίζει εκφραστικά σ' ένα σημάδι σύγχρονο ή και μελλοντικό. Γνωρίζει τέλεια τη μουσική παράδοση της χώρας του και την χειρίζεται χωρίς συμπλέγματα εθνικά. Δεν παριστάνει τον σύγχρονο γιατί είναι - και περιέχει τον καιρό του με όλες τις αντινομίες του. Εχει κι αυτός με τη σειρά του εννοήσει πως ο κόσμος της λεγόμενης Συμφωνικής Μουσικής είναι μια καλοδιατηρημένη οργάνωση όπως π.χ. οι Αχέπανς ή οι Ρόταρι, που έχουν ανάγκη να διατηρούν το ζωτικό τους ψέμα, όσο γίνεται και με κάθε μέσον, για ν' αποφεύγουν έτσι μια τελική αναμέτρηση με τον παρόντα χρόνο που αδιαφορεί για τις πολύπλοκες ηχητικές αναδιπλώσεις και για τον κόσμο που εννοεί να τις παρακολουθεί (...).

»Ο Ρότα είχε συνείδηση του λαϊκού. Απ' τη μητέρα του που λένε. Και θαυμαστά συνθέτει ολόκληρες σειρές από πρωτοφανέρωτες οικείες μελωδίες, που εξαρχής δεθήκανε με τα Φελινικά οράματα και φτιάξαν μία από τις πιο θαρραλέες και μαγικές στιγμές του κόσμου αυτού που ζούμε. Ο Φελίνι και ο Ρότα είναι η επιτυχημένη Ιταλία του Μεταπολέμου που γνωρίζει να διασκεδάζει και να βλέπει βαθιά τις ρωγμές και τους κραδασμούς του μέλλοντος, χωρίς να χάνει το αίσθημα και την μνήμη του μεταναγεννησιακού πάθους».

Ελευθεροτυπία 2 Οκτ 2011

Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2011

Η ελληνική κοινωνία βιώνει το τέλος μιας εποχής με βίαιο τρόπο

Εχει αποδειχθεί ότι οι κρίσεις λειτουργούν σαν καταλύτης. Στην Ελλάδα, η ανώμαλη προσγείωση στο χείλος της χρεοκοπίας προκάλεσε σοκ. Λόγω της βαθιάς ψυχολογικής επίδρασης που άσκησε διευκόλυνε την αλλαγή συμπεριφορών και νοοτροπιών. Κατέστησε εφικτό αυτό που πριν ήταν σχεδόν ανέφικτο. Από την αρχή οι Ελληνες δυσφορούσαν για τα μέτρα, αλλά κατανοούσαν ότι κάτι έπρεπε να γίνει για να μην πέσει η χώρα στον γκρεμό. Η αμφιθυμία των πολιτών διευκόλυνε την πραγματοποίηση μεταρρυθμίσεων, που πριν από την εκδήλωση της κρίσης θα προκαλούσαν κύμα κοινωνικών αντιδράσεων.

Με άλλα λόγια, ήταν μοναδική ευκαιρία να εφαρμοστεί ένα εθνικό σχέδιο για την αντικατάσταση του καταρρέοντος κλεπτοκρατικού, σπάταλου, ανορθολογικού και παρασιτικού μοντέλου από ένα υγιές και παραγωγικό. Η κυβέρνηση Παπανδρέου, όμως, δεν αξιοποίησε την πολιτική δυνατότητα. Παρέμενε εγκλωβισμένη στην πεπατημένη και ασκούσε πολιτική με τον παλιό χρεοκοπημένο τρόπο. Αντί οι παρεμβάσεις της για την αύξηση των εσόδων και τη μείωση των δαπανών να είναι στοχευμένες, ήταν οριζόντιες. Αντί να θεσπίσει νέα πολιτικά - επιχειρησιακά εργαλεία χρησιμοποίησε τα αποτυχημένα παραδοσιακά. Τα ίδια και στο επίπεδο της αξιοποίησης των ουκ ολίγων λιμναζουσών αναπτυξιακών δυνατοτήτων.

Η άποψη ότι αυτά είναι μη ρεαλιστικά υποκρύπτει ιδιοτέλεια ή ανοησία. Είναι αληθές ότι η κοινή γνώμη έχει βαρεθεί να ακούει για καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, για πάταξη της διαφθοράς, για λειτουργικό εκσυγχρονισμό του κράτους κ.λπ., επειδή αυτές οι επαγγελίες έμειναν για δεκαετίες συνθήματα. Αυτό, όμως, δεν αλλάζει το γεγονός ότι το ριζικό νοικοκύρεμα και η βιώσιμη ανάπτυξη αποτελούν ζωτική ανάγκη.

Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση έχασε με δική της ευθύνη κρίσιμο χρόνο και κυρίως σπατάλησε το πολύτιμο απόθεμα κοινωνικής ανοχής. Σήμερα, η οικονομία βυθίζεται στον φαύλο κύκλο της ύφεσης, η κοινωνία βράζει και η κρίση εμπιστοσύνης προς το υφιστάμενο πολιτικό σύστημα παροξύνεται. Σ’ αυτό το κλίμα συμπαρασύρονται και τα σωστά μέτρα για λειτουργική εξυγίανση του κράτους και της οικονομίας.

Για να οδηγηθεί συντεταγμένα η κοινωνία σε υπέρβαση της κρίσης πρέπει να αρθεί το εμπόδιο που εγείρει η οξύτατη κρίση εμπιστοσύνης. Είναι προφανές ότι κανείς δεν θα δεχόταν να τον ξαναεγχειρίσει ένας γιατρός που σε προηγούμενη εγχείρηση τον είχε σακατέψει. Η διάχυτη εντύπωση πως η πολιτική ελίτ δεν εξυπηρετεί το συμφέρον της κοινωνίας ενισχύεται από την άδικη κατανομή των βαρών και ωθεί την κάθε κοινωνική ομάδα να οχυρώνεται πίσω από τη δική της μισή αλήθεια, γεγονός που αναπαράγει το αδιέξοδο.

Η κρίση, όμως, δεν είναι μία δυσάρεστη παρένθεση. Η Ελλάδα θα ισορροπήσει για χρόνια σε χαμηλότερα επίπεδα. Η πολιτική δημιουργίας ελλειμμάτων προκειμένου να διατηρηθεί ένα επίπεδο ευημερίας έχει οριστικά τελειώσει. Η ελληνική κοινωνία ουσιαστικά βιώνει το τέλος μιας εποχής. Ενας πολύ μεγάλος αριθμός μικρομεσαίων εμπόρων, βιοτεχνών και ελεύθερων επαγγελματιών που επιβίωναν λόγω φοροδιαφυγής θα σαρωθούν. Ακόμα και οι υγιείς μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν πρόκειται να εξασφαλίζουν στους ιδιοκτήτες τους την ευημερία που τους εξασφάλιζαν την προηγούμενη περίοδο. Τα ίδια και χειρότερα ισχύουν για πολλές κατηγορίες ελεύθερων επαγγελματιών. Οι αγρότες, που είχαν βολευτεί με περισσότερες απ’ όσες δικαιούνταν και σχετικά υψηλές επιδοτήσεις, με κρατικές παροχές και φθηνή μαύρη εργασία παράνομων μεταναστών, θα περιθωριοποιηθούν εάν δεν αυξήσουν τον κλήρο τους και κυρίως εάν δεν προσανατολιστούν σε καλλιέργειες αυξημένης ζήτησης και κατ’ επέκταση μεγαλύτερης απόδοσης. Οι δημόσιοι υπάλληλοι, που λόγω των αρμοδιοτήτων τους μπορούσαν να λαδώνονται, θα πρέπει να καταλάβουν ότι το πάρτι τελείωσε. Και όσοι δεν το καταλάβουν θα πρέπει να πάνε φυλακή.

Αυτή την περίοδο αποδομείται βιαίως ο εκτεταμένος και ανθεκτικός μικροϊδιοκτητικός τρόπος παραγωγής, που είναι η άλλη όψη της μικρομεσαίας θάλασσας. Η κοινωνική αυτή διάρθρωση έχει βαθιές ρίζες και έχει συμβάλει καθοριστικά στη διαμόρφωση των κυρίαρχων ιδεολογημάτων, νοοτροπιών και συμπεριφορών. Οι επιπτώσεις της είναι αντιφατικές. Από τη μία πλευρά, εμπόδισε την αύξηση της παραγωγικότητας και επίσης διαμόρφωσε τις τιμές σε σχετικά υψηλά επίπεδα. Από την άλλη, όμως, συγκράτησε την απασχόληση, εξασφάλισε ευελιξία και κυρίως δημιούργησε συνθήκες κοινωνικής ευστάθειας.

Χρέος του πολιτικού συστήματος ήταν από νωρίς να ωθήσει τους μικρομεσαίους σε κινήσεις εκσυγχρονισμού με σκοπό την αύξηση της ανταγωνιστικότητάς τους, την επιβίωση και τη μεγέθυνση όσων είχαν τη δυνατότητα. Αντί γι’ αυτό, το πολιτικό σύστημα τους αντιμετώπισε σαν εκλογική πελατεία, ανεχόμενο την εκτεταμένη φοροδιαφυγή τους και τα φαινόμενα νεοπλουτισμού και ξιπασιάς. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την κοινή πρακτική των υψηλών τιμών, εξασφάλισε κατά κανόνα στους μικρομεσαίους ένα εισόδημα μεγαλύτερο από όσο αντιστοιχούσε στην παραγωγική τους δραστηριότητα. Αυτός είναι ο λόγος που οι μικρομεσαίοι απειλούνται τώρα με αφανισμό.

Του Σταύρου Λυγερού

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 2 Οκτ 2011


Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2011

Petition in support of the imprisoned Iranian filmmakers

We, the undersigned, are most worried about the recent arrests of five Iranian filmmakers, Mojtaba Mirtahmasb, Nasser Saffarian, Hadi Afarideh, Mohsen Shahrnazdar and the film producer and distributor, Katayoune Shahabi on 18 September 2011.
The families and the lawyers of the filmmakers have been banned from visiting them, and the families have been forced to remain silent about the situation of their loved ones. Many other Iranian filmmakers have been warned that they would suffer the same fate in the future. Filmmaker and actress Marzieh Vafamehr was imprisoned in July for acting in a movie and director of photography, Tooraj Aslani, was banned from leaving Iran because of working on film outside of Iran.

The independent association House of Cinema in Iran, a body composed of a number of trade guilds, issued a press release in defense of the arrested filmmakers and questioned the government's approach to the filmmakers.

House of Cinema's action was immediately condemned by the government media who accused the institution of working with "foreign enemies of the state." Certain members of Iranian government have accused the filmmakers of espionage and treason. The charges made by pro-government media, certain members of the parliament, three pro-government filmmakers, twelve Islamic student associations and the website of Islamic Republic of Iran's Broadcasting (IRIB) can result in long prison sentences in Iran.

A number of Iranian artists and filmmaker in Europe, Canada, the United States and different countries around the world have created the Committee in Defense of Imprisoned Filmmakers: cinemairan@ymail.com

We the undersigned support the actions of the Committee in Defense of Imprisoned Filmmakers. We urge the Iranian government to release the imprisoned filmmakers and stop the intimidation and harassment of filmmakers in the future.

Τρίτη 30 Αυγούστου 2011

Attenberg, Dogtooth and the weird wave of Greek cinema

It must be the worst kiss in screen history. Two young women face each other in front of a white wall. They crane their necks, lock lips and awkwardly flex their jaws. There's no hint of passion. They look more like two birds trying to feed each other. After an excruciating minute of this, they pause. One of them says she feels like throwing up. They clumsily rub their tongues together a little more, only to end up spitting at each other, then blowing raspberries, before hissing at each other like cats.

Attenberg, by Greek director Athina Rachel Tsangari, doesn't get much more normal from there on in. Its heroine, Marina, is a 23-year-old outsider who's largely disgusted by the idea of human contact. She's also close to her dying father, whom she talks to about imagining him naked "but without a penis". Other pastimes include the music of Suicide and the documentaries of David Attenberg. If she sounds like a kooky indie romcom cypher in the Zooey Deschanel mould, she's the exact opposite. Like the film around her, Marina is defiantly eccentric but also intelligent, sensitive and somehow rational.

Tsangari says she works with "biology and not psychology … I'm not at all into method acting and all those ways of preparing actors. It's very, very physical." She cites a range of influences from Greek tragedy to Kubrick and Buñuel, but beyond giving the film its mispronounced title, Attenborough himself was a key inspiration. "I thought it would be interesting to observe Marina the way Attenborough observes his subjects, with a kind of scientific tenderness."

Tsangari describes The Trials Of Life as "one of the masterpieces of cinema". She has never met Britain's patron saint of wildlife TV in real life but she did have to contact him to get permission to use his TV clips in the movie, she explains: "I faxed him a letter about the film, a bit of a love letter in fact, and he sent me a 'good luck, best regards' the next day. His little handwritten note – I'm such a geek – is still the wallpaper on my iPhone. For a year now." "I dislike 'quirky' or 'kooky'. I get really sad when I read that kind of word attached to Attenberg," says the film's writer and director. "I didn't want Marina to be a weirdo; I wanted her to be very solid, very dedicated to her principles, but not at ease with humans."

Global cinema-watchers will note that Attenberg is not the first brilliantly strange film to have come out of Greece lately. Last year we had Dog tooth, by Yorgos Lanthimos, a surreal, deadpan study of family wrongness in which three teenage children are confined within their home and systematically misinformed about the outside world, to the extent that they believe cats are vicious killers, zombies are small yellow flowers, and incest is an everyday pastime. Put that in your mandolin, Captain Corelli.

In recent years, Greece's global image has been jolted from Mediterranean holiday idyll and home of big fat weddings to fractious trouble spot. And not just in economic terms; let's not forget Greece had its own street riots in 2008. So perhaps it's to be expected that the country's cinema is changing, too. The growing number of independent, and inexplicably strange, new Greek films being made has led trend-spotters to herald the arrival of a new Greek wave, or as some have called it, the "Greek Weird Wave". Whether or not the catchy label fits, if there is a wave, weird or otherwise, Lanthimos and Tsangari are undoubtedy at its crest. Dogtooth won a prize at Cannes and earned an Oscar nomination; Attenberg's Ariane Labed won best actress at the Venice Film Festival last year.

There have been other, slightly less weird, Greek films getting attention, too. Wasted Youth, which opened this year's Rotterdam Film Festival, is an edgy Larry Clark-style skater boy tale. It was loosely inspired by the real-life shooting of an Athens teenager which sparked the 2008 riots. Real footage from the riots was also incorporated into Homeland, a family saga. Then there's Knifer, a tough but artful study of middle-class desperation (featuring Attenberg's Vangelis Mourikis). And further up the strangeness scale, there's Panos Koutras's Strella, in which an ex-convict and a transsexual form an unorthodox family unit. Koutras's The Attack Of The Giant Moussaka (1999) is also something of a gay cult classic.

Is it just coincidence that the world's most messed-up country is making the world's most messed-up cinema? Attenberg might not speak directly about Greece's financial crisis, but in its own way, it reflects on today's generation of Greeks and the legacy they've been handed. The movie is set in a 1960s industrial new town called Aspra Spitia, which has clearly seen better days. Marina's dying father, an architect, bemoans the failure of his utopian modernism. "We built an industrial colony on top of sheep pens and thought we were making a revolution," he tells her. "I leave you in the hands of a new century without having taught you anything." Dogtooth, too, despite its abstract premise, could be read as an indictment of the older generation, in which context its images of teenagers stumbling blindfolded around their own garden, anaesthetising themselves just to pass the time, and quoting American movies in complete ignorance of what they're saying, take on a certain resonance.

Despite his success with Dogtooth, Yorgos Lanthimos is sceptical of the idea that something is happening in Greek cinema. "Well, the truth is that at some point people have a need to start noticing something," he says. "It's not quite a coincidence, but I'm afraid there is no foundation for this. There is no common philosophy, which is a good thing, I think. The common thing is we have no funds, so we have to make our own very cheap, very small films."

Lanthimos and Tsangari have produced each other's films, including Lanthimos's debut, Kinetta. He also has a role in Attenberg. "I help her with her film, she helps me with mine," he says. "This is the only way to get movies made here. There are no real producers in Greece and no public money any more. Most of the time we don't really know how to do it, it's a nightmare. But at least it's done out of love."

Tsangari had a little more experience in indie logistics, having learned from a master:Richard Linklater. She had a Fulbright scholarship to study drama in New York, but then did a film course in Austin, Texas. Within two days of arriving she ran into Linklater, who was just making his seminal debut Slacker. She even has a small part in it. She stayed in Austin for eight years, running a local short film festival and making films, before returning to Greece to work on visuals for the opening ceremony of the 2004 Athens Olympics, where she met Lanthimos.

One thing that does unite Greece's new generation is a preoccupation with family, Tsangari observes. "It's a Greek obsession. The reason our politics and economy is in such trouble is that it's run as a family. It's who you know." In a larger sense, young Greeks are up against the tyranny of their ancestry, of Greece's nostalgia for its own history. "The 21st century is something all of us are trying to subvert."

How easy that will be now remains to be seen. Lanthimos's new film, Alps (produced by Tsangari, of course), will premiere at Venice next month. "It's about this group of people that offer to stand in for deceased people to their relatives and friends," he explains. "So basically it's about a nurse who finds people in hospital who have just lost someone and approaches them as clients. It's quite ridiculous and tragic." Beyond that, though, Lanthimos doesn't think he can carry on making films in Greece: "I thought the success of Dogtooth would make it easier but I don't think that any more. I don't know for how long people will sacrifice themselves for art."

Tsangari, on the other hand, having lived outside Greece for most of the past 15 years, plans to stay. "This is the situation and somehow we have to fix it now, and cinema is a great way to do that. I'm not saying I'm going to make a film about the riots – I don't want to be that literal – but Greece is an unknown country, even to its citizens, and I want to discover it for myself."

The Guardian (Αναδημοσίευση)

Κυριακή 28 Αυγούστου 2011

Η ΑΠΩΛΕΙΑ ΤΗΣ ΝΤΡΟΠΗΣ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΑΝΑΣΗ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗ

ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ που ακολουθεί είναι ένα απόσπασμα από το βιβλίο του ιταλού δημοσιογράφου και συγγραφέα Μάρκο Μπελπολίτι «Senza vergogna» (Guanda, 2010).





Η ντροπή δεν υπάρχει πλέον. Αυτό το συναίσθημα που μας υπαγορεύει να νιώθουμε μια ταραχή ή ένα αίσθημα αναξιοπρέπειας μπροστά στις συνέπειες μιας φράσης μας ή μιας ενέργειάς μας, που μας οδηγεί να σκύβουμε το κεφάλι, να χαμηλώνουμε τα μάτια, να αποφεύγουμε το βλέμμα του άλλου, να είμαστε ταπεινωμένοι και φοβισμένοι, φαίνεται ότι έχει χαθεί. Σήμερα η ντροπή, αλλά και η δίδυμη αδελφή της η σεμνότητα, δεν αποτελεί πλέον ένα φρένο στο θρίαμβο της επιδειξιομανίας, στην ηδονοβλεψία, τόσο μεταξύ των απλών ανθρώπων όσο και μεταξύ των ηγετικών τάξεων. Η απώλεια αξίας της ντροπής σχετίζεται και με ένα άλλο μοναδικό φαινόμενο: την εξιδανίκευση του κοινότοπου και του ασήμαντου. Το εντυπωσιασμένο βλέμμα των πολλών δεν στρέφεται πλέον προς πρόσωπα ηθικά ή διανοητικά σπουδαία αλλά σε ανθρώπους μέτριους, ανώνυμους, απολύτως όμοιους με τον άνθρωπο του δρόμου ή με τη γυναίκα της διπλανής πόρτας. Πρόκειται για ένα φαινόμενο που παράγεται από την τηλεόραση, από ορισμένα προγράμματα με μεγάλη ακροαματικότητα, όπως ο «Μεγάλος Αδελφός». Ο Γκίντερ Αντερς, ο γερμανός φιλόσοφος που μετανάστευσε στην Αμερική κατά τη διάρκεια του ναζισμού, έγραψε ότι θα μας υποκλαπεί δόλια «η εμπειρία και η ικανότητα να παίρνουμε θέση». Πώς θα μπορούσε να συμβεί αυτό; Εξαιτίας της τηλεοπτικής εικόνας έχουμε μπροστά μας έναν πολύ ευρύ ορίζοντα «σε άμεση αισθητή θέα, αλλά μόνον μέσα από τις εικόνες του». Συναντάμε την πραγματικότητα «υπό τη μορφή της φαινομενικότητας και της φαντασίωσης», όχι τον «κόσμο» αλλά «ένα καταναλωτικό αντικείμενο που μας το προμηθεύουν κατ' οίκον».

Ο Αντερς εξηγεί: «Οποιος έχει καταναλώσει μέσα στο καλά θερμαινόμενο δωμάτιό του μιαν έκρηξη ατομικής βόμβας με τη μορφή μιας εικόνας που του την προσφέρουν κατ' οίκον, αυτός ήδη θα συνδέσει όλα όσα θα τύχει να ακούσει για την ατομική βόμβα με αυτό το μικροσκοπικών διαστάσεων οικιακό γεγονός και έτσι θα χάσει την ικανότητα να κατανοήσει το ίδιο πράγμα και να πάρει σωστή θέση απέναντί του». Σε αυτό το χωρίο ο Αντερς εστιάζει σε ένα πρόβλημα που μας αγγίζει άμεσα και που επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο διαμορφώνονται και εκδηλώνονται τα συναισθήματά μας, μεταξύ των οποίων και η ντροπή. Η εμπειρία που αποκτάμε είναι εκείνη της έγκρισης που υποκαθιστά τη συναίνεση, δηλαδή του ανεπιφύλακτου ναι, που αποσυνδέεται από κάθε περιεχόμενο. Βρίσκεται σε εξέλιξη μια ασυγκράτητη διαδικασία ομογενοποίησης που βασίζεται στη δημοκρατία της κατανάλωσης, της οποίας η ακροαματικότητα είναι το σύστημα αξιολόγησης αλλά και ο απώτερος σκοπός: θέαμα είναι όλα αυτά που χειροκροτούμε, όσο και αν είναι ακόμα αληθινό ότι δεν είναι όλα θέαμα στον σύγχρονο κόσμο. Σε αυτό το πλαίσιο η ντροπή τείνει να χαθεί, ως ένα συναίσθημα που χαρακτήριζε άλλες εποχές της ανθρωπότητας, στις οποίες η ανάγκη να μας βλέπουν και να βλέπουμε τα πάντα, παντού και πάντοτε, δεν ήταν τόσο σημαντική όσο είναι σήμερα.

Σήμερα η δυνατότητα να βλέπουμε και να μας βλέπουν αναγορεύεται σε απώτερο σκοπό της ύπαρξης των ατόμων. Η ντροπή έχει γίνει ταμπού. Ή καλύτερα έχει μετατραπεί σε ντροπή να μην είμαστε επιτυχημένοι, να μην μας παρατηρούν, να μην μας προσέχουν... η τρομερή ντροπή να είμαστε ο «κανένας», να μην είμαστε αξιοπρόσεκτοι. Ενας ψυχολόγος έγραψε ότι η σύγχρονη ντροπή μας έγκειται στο συναίσθημα της αποτυχίας της επίδειξής μας. Ντρεπόμαστε να ντραπούμε επειδή αυτό συγκεντρώνει την προσοχή όλων στο μοναδικό πράγμα που θέλουμε να κρύψουμε: στην αποτυχία μας. Ο Ζαν Μποντριγιάρ μας είχε προειδοποιήσει μιλώντας για το «τέλειο έγκλημα», που διαιωνίζεται από το θρίαμβο της τηλεόρασης: αν όλα είναι εκτεθειμένα σε θέα, αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει τίποτα πλέον για να δούμε. Η ίδια η πραγματικότητα φαίνεται να χάνεται μέσα στην ολική διαφάνεια. Σύμφωνα με την ψυχαναλύτρια Αννα Μαρία Παντόλφι, είναι πιθανό η επιδειξιομανία και η ηδονοβλεψία, που κυριαρχούν ακαταμάχητες, να είναι στην πραγματικότητα η ένδειξη μιας διαδεδομένης έλλειψης ταυτότητας, δηλαδή ενός εύθραυστου και φτωχικού ναρκισσισμού, «σύμφωνα με τον οποίο το να μας βλέπουν και να είμαστε γνωστοί, όποιο και αν είναι το τίμημα που πληρώνουμε γι' αυτό, φαίνεται να είναι το μοναδικό φάρμακο απέναντι στον κίνδυνο να νιώθουμε ότι δεν έχουμε καμιάν αξία».

Σε ό,τι αφορά την ντροπή, δεν είναι πλέον αληθινό, όπως ήταν στο παρελθόν, ότι αυτό το συναίσθημα αποτελεί σε κάθε περίπτωση μιαν αξία. Η ντροπή ήταν αυτό που διέκρινε την ανθρώπινη ύπαρξη από τα ζώα. Η ντροπή της σύγχρονης κοινωνίας είναι, όπως έχει λεχθεί, μια «επιδερμική ντροπή» (Αγκνες Χέλερ) ή, όπως λένε οι ψυχολόγοι, μια «αμοραλιστική ντροπή». Δεν είναι μια αληθινή ντροπή αλλά μια επιφανειακή ντροπή, που συνδέεται ακριβώς με την ηθική της επιτυχίας, με τον πιο βαθύ κομφορμισμό ο οποίος, παρά τα τόσα λόγια που ξοδεύει για να εξυψώσει το άτομο, το τυποποιεί όλο και περισσότερο. Οπως μας εξηγούν οι ψυχολόγοι, η «ηθική ντροπή» προϋποθέτει τη στενή σύνδεση αισθήματος ενοχής και ντροπής. Η αμοραλιστική ντροπή αντίθετα δεν συνδέεται πλέον με κάποιον κανόνα αλλά μόνο με μοντέλα κατανάλωσης, με κοινωνικές ετικέτες, με προσωπική εξουσία ή με την έκβαση του σεξουαλικού ανταγωνισμού για την κατάκτηση μιας γυναίκας ή ενός άνδρα.



Πέμπτη 25 Αυγούστου 2011

ΗΠΑ ΚΑΙ ΒΡΑΖΙΛΙΑ ΔΕΙΧΝΟΥΝ ΤΟ ΔΡΟΜΟ

Μερικές φορές οι Ευρωπαίοι κάνουν σαν να έχουν μόνο αυτοί ιστορία… Η αρχαία Ελλάδα
και Ρώμη, τα άγχη της ειρήνης του Μεσοπολέμου, η ανάκαμψη από τις καταστροφές του
Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, η πτώση του Τείχους του Βερολίνου και η σημερινή
εξαγωγική άνθηση της Γερμανίας. Αλλά ίσως τα ιστορικά διδάγματα που χρειάζεται η
Ευρώπη να βρίσκονται στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, στις Ηνωμένες Πολιτείες του
18ου και στη Βραζιλία του 20ου αιώνα.
Εδώ κι ένα χρόνο, στα μάτια των προσεκτικών παρατηρητών η Ευρώπη μοιάζει
εγκλωβισμένη σε κάτι θα μπορούσε να περιγραφεί ως … τριπλή άρνηση:
• Όχι στην υποτίμηση του νομίσματος, που σημαίνει πως η Ελλάδα και η Πορτογαλία δεν
μπορούν να βγουν από το ευρώ για να υποτιμήσουν τα νομίσματά τους προκειμένου να
ανακτήσουν την ανταγωνιστικότητά τους.
• Όχι στις χρεοκοπίες που σημαίνει ότι οι κάτοχοι των ομολόγων πρέπει να αποπληρωθούν
στο ακέραιο.
• Όχι στις δημοσιονομικές μεταβιβάσεις που σημαίνει ότι οι φορολογούμενοι των πλούσιων
κρατών του Βορρά όπως η Γερμανία και η Γαλλία δεν θα σώσουν τους εταίρους της
ευρωπαϊκής περιφέρειας.
Η συμφωνία της 21ης Ιουλίου, που προβλέπει την επιλεκτική χρεοκοπία της Ελλάδας και
1 / 4
sofokleous10.gr
την επέκταση των αρμοδιοτήτων του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Χρηματοπιστωτικής
Σταθερότητας, υποδεικνύει πως η Ευρώπη είναι έτοιμη να διαρρήξει τη δεύτερη και τρίτη
της αρχή προκειμένου να προστατέψει την πρώτη. Αυτό είναι κατανοητό. Από τη στιγμή
που η πρώτη χώρα της Ευρωζώνης θα βγει από το ενιαίο νόμισμα, το ευρωπαϊκό πείραμα θα
αρχίσει να διατρέχει κίνδυνο ολικής διάρρηξης. Η νομισματική ένωση είναι ο ισχυρότερος
δεσμός ανάμεσα στις ευρωπαϊκές οικονομίες και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ένας από
τους λίγους ευρωπαϊκούς θεσμούς που λειτουργούν καλά.
Αλλά οι εντάσεις ανάμεσα στην ύπαρξη ενός κοινού νομίσματος και μιας κοινής τράπεζας
με παράλληλη άσκηση ανεξάρτητων δημοσιονομικών πολιτικών είναι εξαιρετικά επίπονες.
Και αυτό το είχε καταλάβει τόσο ο Αλεξάντερ Χάμιλτον τον 18ο αιώνα, όπως επίσης κι ο
πρόεδρος της Βραζιλίας στο διάστημα 1995-2000 Ενρίκε Καρντόζο.
Ένα ιστορικό δίδαγμα για την Ευρώπη: Το 1790 η αμερικανική κυβέρνηση είχε χρέος 54
εκατομμυρίων δολαρίων και οι 13 ανεξάρτητες Πολιτείες είχαν χρέος 25 εκατομμυρίων
δολαρίων. Το συνολικό χρέος έφτανε το 42% του ΑΕΠ τους και ο τότε Υπουργός
Οικονομικών Αλεξάντερ Χάμιλτον πρότεινε να αναλάβει η κεντρική κυβέρνηση τα πολεμικά
χρέη των Πολιτειών. Υποστήριξε πως επρόκειτο για ‘ορθό πολιτικό μέτρο και μέτρο
ουσιαστικής δικαιοσύνης’ το οποίο ‘θα συνέβαλε σε έναν σταθερό και ικανοποιητικό
διακανονισμό των εθνικών οικονομικών’.
Ο Τζέιμς Μάντισον και ο Τόμας Τζέφερσον αντιτάχθηκαν στην πρόταση του Χάμιλτον. Ένα
ς από τους λόγους ήταν ότι η δική τους Πολιτεία, η Βιρτζίνια, είχε αποπληρώσει το
μεγαλύτερο μέρος του χρέους της σε αντίθεση με άλλες Πολιτείες. Αλλά τελικά
αποδέχτηκαν έναν συμβιβασμό με αμοιβαίες υποχωρήσεις: εκείνοι δέχτηκαν την ανάληψη
όλων των χρεών από την κεντρική κυβέρνηση, και ο Χάμιλτον δέχτηκε τη μεταφορά της
πρωτεύουσας του ενιαίου κράτους από τη Νέα Υόρκη που ήταν η δική του θετή Πολιτεία,
στην Ουάσιγκτον. Το αποτέλεσμα ήταν η ενίσχυση της κεντρικής κυβέρνησης, η γένεση
αυτού που στη συνέχεια εξελίχθηκε στη μεγαλύτερη αγορά ομολόγων του κόσμου αλλά και
η διασφάλιση επαρκών πιστώσεων προκειμένου οι νέες τότε Ηνωμένες Πολιτείες να
χρηματοδοτήσουν την εξαγορά της Λουϊζιάνας από τη Γαλλία.
Δύο αιώνες αργότερα ο πρόεδρος της Βραζιλίας Ενρίκε Καρντόζο είχε να αντιμετωπίσει
ισχυρές πιέσεις στη χώρα του εξαιτίας των χρηματοπιστωτικών κρίσεων που σάρωναν το
2 / 4
sofokleous10.gr
Μεξικό, την Αργεντινή και την Ασία. Η οικονομία της Βραζιλίας επιβαρύνονταν επίσης από
τα υψηλά χρέη των τοπικών κυβερνήσεων που είχαν δανειστεί πολύ περισσότερα απ’ όσα
τα φορολογικά τους έσοδα τους επέτρεπαν να αποπληρώσουν. Σύμφωνα με μια έκθεση των
οικονομολόγων Φάμπιο Τζιαμπάγκι και Μάρτσιο Ρόντσι που δημοσιεύτηκε το 2004 από το
Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ‘η ομοσπονδιακή κυβέρνηση πείστηκε ότι θα έπρεπε να
αναλάβει ενεργό ρόλο στη δημοσιονομική μεταρρύθμιση των ομόσπονδων κρατών
προκειμένου να αποτρέψει μια συστημική κρίση’.
Ο Βραζιλιάνος πρόεδρος χρειάστηκε πέντε χρόνια προκειμένου να καταλήξει σε συμφωνία
με τα κράτη και τους μεγάλους δήμους της Βραζιλίας αλλά στο τέλος συμφώνησε η μεν
κεντρική κυβέρνηση να αναλάβει τη χρηματοδότηση των χρεών τους σε αντάλλαγμα για
μεταρρυθμίσεις στην λογιστική απεικόνιση της δημοσιονομικής θέσης των κρατών, τις
δαπάνες τους και τις φορολογικές πρακτικές τους. Η οικονομία της Βραζιλίας πέρασε βεβ
αίως έκτοτε από διάφορους ανοδικούς και καθοδικούς κύκλους και δεν ήταν αυτή η μόνη
σημαντική αλλαγή, αλλά όλα μαζί βοήθησαν τη χώρα να αντέξει τη χρηματοπιστωτική κρίση
του 2008 καλύτερα από πολλές άλλες.
Και στις δύο περιπτώσεις έχουμε μια κεντρική κυβέρνηση που χρησιμοποιεί την
αναδιάρθρωση του χρέους των κρατών προκειμένου να επιβάλει δημοσιονομική πειθαρχία
και να ενισχύσει την εξουσία του κέντρου. Για την Ευρώπη το κόστος της συνέχισης της
νομισματικής ένωσης θα είναι η ενίσχυση της δημοσιονομικής ένωσης. Στο τέλος,
αναπόφευκτα τα χρήματα των πλουσίων θα πάνε προς τους ασθενείς με τον ένα ή τον
άλλο τρόπο είτε ευθέως, είτε μέσω της διάσωσης των τραπεζών του Βορρά που παρείχαν
δάνεια στις κυβερνήσεις των κρατών του Νότου και των οποίων η δημοσιονομική αυτονομία
– εξίσου αναπόφευκτα – θα περιοριστεί.
Ενδεχομένως οι Ευρωπαίοι να έχουν αρχίσει να το καταλαβαίνουν. Η Γερμανίδα
καγκελάριος Αγγέλα Μέρκελ και ο Γάλλος πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί μπορεί να διαψεύδουν
την έκδοση ευρωομολόγου και κάθε άλλου μέτρου που κινείται προς την κατεύθυνση της
δημοσιονομικής ένωσης, έχουν αρχίσει όμως να μιλούν για την ανάγκη ενός ισχυρότερου
ευρωπαϊκού κέντρου.
Με όλα της τα προβλήματα, η Ευρώπη έχει και τα ισχυρά της σημεία. Σαν σύνολο τα βασικά
δημοσιονομικά της μεγέθη είναι καλά. Το δημόσιο χρέος όλων των κυβερνήσεων της
Ευρωζώνης φτάνει στο 85% του ΑΕΠ τους και σαν ομάδα έχουν δημοσιονομικό πλεόνασμα
(συμπεριλαμβανομένων των τοκοχρεολυσίων) της τάξης του 3,2% του ΑΕΠ, είναι δηλαδή
πολύ πιο υγιής οικονομικά από την Αμερική και τη Βρετανία.
3 / 4
sofokleous10.gr
Το πρόβλημα της Ευρώπης είναι όμως πολιτικό. Σε αντίθεση με την Αμερική και τη
Βραζιλία, η Ευρώπη δεν διαθέτει ακόμα μια λειτουργική κεντρική κυβέρνηση ούτε και κράτη
έτοιμα να τη δημιουργήσουν. Υπάρχει περίπτωση να αναλάβει ένα τέτοιο έργο ο
γαλλογερμανικός άξονας;

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟ "ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ 10"