Τα έργα τέχνης ζουν μέσα σε απέραντη μοναξιά και η κριτική είναι το χειρότερο για να τα ζυγώσεις.
Μονάχα η αγάπη μπορεί να τα συλλάβει, να τ' αγκαλιάσει, να σταθεί δίκαιη απέναντί τους
RAINER MARIA RILKE

Κυριακή 26 Ιουνίου 2011

Οι εξαθλιωμένοι των Αθηνών και οι προτάσεις που αποφεύγουμε να συζητήσουμε

Του Τασου Αβραντινη*

Το γενικότερο ζήτημα είναι ότι αποφεύγουμε στη χώρα μας να μετρήσουμε τις οικονομικές επιπτώσεις των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε, με αποτέλεσμα οι λύσεις που προτείνονται να μην λαμβάνουν υπόψη τους την πραγματικότητα.

Πολλές φορές έχω υποστηρίξει στο παρελθόν ότι το πρόβλημα των ναρκωτικών θα λυθεί με την κατάργηση της απαγόρευσης για όλες ανεξαιρέτως τις τοξικοεξαρτητικές ουσίες. Μια τέτοια απόφαση προϋποθέτει βεβαίως σοβαρή γνώση του θέματος και συζήτηση χωρίς προκαταλήψεις και ιδεοληψίες. Φοβούμαι ότι καμία από τις προϋποθέσεις αυτές δεν συντρέχει προς το παρόν. Οσον αφορά την πολιτική οικονομία του θέματος ναρκωτικά, θα περιοριστώ μόνο στο ζήτημα της ηρωίνης. Μόνο στην Αθήνα υπολογίζονται σύμφωνα με τις επίσημες στατιστικές περίπου 40.000 ηρωινομανείς επί συνόλου 100.000 σε όλη την επικράτεια. Οι δρόμοι του Κέντρου κυρίως πλημμυρίζουν καθημερινά από εξαθλιωμένα ανθρώπινα ράκη που αναζητούν τη δόση τους. Κάθε εξαρτημένος χρειάζεται κατ’ ελάχιστον περίπου ένα με δύο γραμμάρια για την ημερήσια δόση του. Σήμερα οι τιμές της ηρωίνης στη μαύρη αγορά των ναρκωτικών κυμαίνονται μεταξύ 20 έως 25 ευρώ. Κάθε εξαρτημένος για να εξασφαλίσει τη δόση του χρειάζεται να πληρώσει κατ’ ελάχιστον 40 ευρώ ημερησίως ή περίπου 15.000 ευρώ τον χρόνο. Ο ετήσιος κύκλος εργασιών δηλαδή της μαύρης αγοράς μόνο της ηρωίνης και μόνο στην Αθήνα σε περίοδο κρίσης ανέρχεται σε 600 εκατ. ευρώ, ενώ αγγίζει το 1,5 δισ. ευρώ στο σύνολο της χώρας. Εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι τα ποσά αυτά ξεπλένονται σε διάφορες νόμιμες δραστηριότητες. Το δε κόστος της απαγόρευσης για τους Ελληνες φορολογούμενους είναι ανυπολόγιστο, εάν λάβετε υπόψη σας ότι οι μισοί φυλακισμένοι της χώρας βρίσκονται στη φυλακή επειδή παραβίασαν αμέσως τον νόμο περί ναρκωτικών ή ετέλεσαν εγκληματικές ενέργειες προσπαθώντας να βρουν ναρκωτικά.

Σας βεβαιώνω ότι η εικόνα του κέντρου της Αθήνας και άλλων υποβαθμισμένων περιοχών της χώρας θα άλλαζε προς το καλύτερο, χωρίς καμιά άλλη παρέμβαση, με μόνη την κατάργηση της απαγόρευσης της ηρωίνης. Η Δράση έχει υιοθετήσει τη θέση αυτή στο πρώτο συνέδριό της, τη νόμιμη συνταγογράφηση της ηρωίνης από τους γιατρούς για όσους χρήστες το επιθυμούν. Κι αν δεν εμπιστεύεστε τη συνταγογράφηση της ηρωίνης στο σύνολο των γιατρών ας γίνει από εξειδικευμένες κλινικές ή από γιατρούς που θα έχουν ειδική άδεια του υπουργείου Yγείας. Ταυτόχρονα θα πρέπει να δοθεί η δυνατότητα σε γιατρούς με σχετική ειδικότητα να συνταγογραφούν ανταγωνιστικές ουσίες της ηρωίνης ή μεθαδόνη. Ετσι οι εξαρτημένοι θα έχουν επιλογή, είτε να πάρουν από τον γιατρό που θα προτιμήσουν συνταγή για τη χορήγηση σ’ αυτούς ανταγωνίστριας της ηρωίνης ουσίας ή μεθαδόνης είτε να τους χορηγηθεί ηρωίνη από τις εξουσιοδοτημένες κλινικές ή γιατρούς σε συνθήκες απόλυτης νομιμότητας και με κόστος υποπολλαπλάσιο της παράνομης αγοράς.

Σας καλώ απλώς να το σκεφτείτε, η νόμιμη συνταγογράφηση επανεντάσσει τους χρήστες στην κοινωνία, αντιμετωπίζει την αθλιότητα που δημιουργεί και ανακυκλώνει η παράνομη διακίνηση, καθιστά εντελώς περιττή τη συζήτηση για το πού θα πάνε οι μονάδες του ΟΚΑΝΑ και αντιμετωπίζει το οργανωμένο συνδυασμό συμφερόντων, γραφειοκρατίας και εγκληματικών δικτύων που εξαρτούν την ύπαρξή τους από τον παραλογισμό της απαγόρευσης.

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 26/6/2011

Τρίτη 21 Ιουνίου 2011

ΑΡΙΑΝ ΜΝΟΥΣΚΙΝ : «Η εξέγερση των Ελλήνων πιο βαθιά από το γαλλικό Μάη»





«Δικαιοσύνη για τους Ελληνες» ζήτησε με τον πιο εντυπωσιακό και δυναμικό τρόπο η Γαλλίδα σκηνοθέτης Αριάν Μνουσκίν το μεσημέρι του Σαββάτου από την πλατεία Συντάγματος. Η ιδρύτρια του περίφημου «Theatre du Soleil» («Θέατρο του Ηλιου») βρίσκεται στην Αθήνα φιλοξενούμενη του Ελληνικού Φεστιβάλ για την παράσταση «Οι ναυαγοί της Τρελής Ελπίδας».

Ηταν γύρω στις 12.30 το μεσημέρι, όταν ο παράξενος θίασός της, «με μουσικές εξαίσιες» και επικεφαλής την ίδια, ξεπρόβαλε από την οδό Σταδίου. Μια τεράστια λευκοντυμένη μαριονέτα, ύψους τριών μέτρων, τοποθετημένη πάνω σε δοκούς ήταν το τρόπαιο που κουβαλούσαν στους ώμους τους μέλη του γαλλικού θιάσου. Από μακριά η εικόνα της λευκοντυμένης μαριονέτας, που αιωρούνταν στα χέρια των ηθοποιών, έφερνε στο μυαλό την αναβίωση κάποιου αλλόκοτου μεσαιωνικού ή διονυσιακού δρώμενου.

Καθώς ο θίασος πλησίαζε προς την πλατεία Συντάγματος βλέπαμε τη μάσκα παρακμής και θανάτου στο πρόσωπο της φιγούρας (Δικαιοσύνη) με σπαθί στο χέρι, ενώ ίχνη αίματος διακρίνονταν τόσο στο πρόσωπο όσο και στο ξεσκισμένο, λευκό της φόρεμα. Δυνατά κρουστά και επική μουσική συνόδευαν την πομπή που βρέθηκε στο κέντρο της πλατείας Συντάγματος.

Ενας ηθοποιός κρατούσε στα χέρια του βέργα με μια τεράστια μεταλλική ζυγαριά στην κορυφή της και αρκετοί άλλοι βέργες με μαύρα, δυσοίωνα πουλιά από πλαστικό στις κορυφές τους. Τα μαύρα πουλιά και η ζυγαριά περικύκλωναν, κατά διαστήματα, απειλητικά τη φιγούρα που εν μέσω του τρελού χορού της έγερνε πίσω για να αντικρούσει τις επιθέσεις.

Οι ιαχές «θέλουμε δικαιοσύνη» στα γαλλικά από τα μέλη του «Θέατρου του Ηλιου» γέμισαν την πλατεία Συντάγματος δίπλα σε τεράστια πανό που έγραφαν, επίσης στα γαλλικά, ρήσεις των: Ρομέν Ρολάν («Οταν η τάξη είναι αδικία η αταξία είναι ήδη η απαρχή της δικαιοσύνης»), του Αισχύλου («Η ελπίδα δεν θα μπει στο ανάκτορο του φόβου»), του Σέξπιρ («Οι κηφήνες δεν ρουφάνε το αίμα των αετών. Λεηλατούν τις κυψέλες των μελισσών»), του Μπέντζαμιν Κόνσταντ («Η εξουσία ας προσπαθεί να είναι δίκαιη. Εμείς θα προσπαθήσουμε να είμαστε ευτυχισμένοι»), του Βίκτωρος Ουγκό («Θλιβερό δημόσιο θέαμα. Ο καθείς σκέφτεται μονάχα τον εαυτό του, τα αξιώματα, τις θέσεις, το χρήμα. Οι άνθρωποι παίρνουν τα πάντα, θέλουν τα πάντα, λεηλατούν τα πάντα. Δεν ζουν πια παρά μόνο από φιλοδοξία και πλεονεξία»).

Η διαμαρτυρία των Γάλλων στην Αθήνα δεν θα μπορούσε να αγνοήσει τον Νικολά Σαρκοζί και τις ομοιότητες του βίου του με εκείνο κάποιων Ελλήνων πολιτικών. Ενα πανό έγραφε: «Θα τελειώσει σύντομα αυτή η νύχτα στο Φουκέτς», αναφορά στη νύχτα της εκλογής του Γάλλου προέδρου ο οποίος έσπευσε να γιορτάσει την εκλογική νίκη του με φίλους του επιχειρηματίες στο πανάκριβο εστιατόριο «Fouquet's» των Ηλυσίων Πεδίων. Η Μνουσκίν, εν μέσω χειροκροτημάτων, κάτω από τη σκιά των δέντρων της πλατείας έλεγε μετά το τέλος της δράσης: «Οι άνθρωποι που βρίσκονται τόσες μέρες εδώ, ακόμα κι αν έχουν διαφορετικά κίνητρα, ζητούν ένα και μόνο πράγμα: δικαιοσύνη. Θέλουν να ξαναπάρουν στα χέρια τους τα κλειδιά των ευρωπαϊκών κρατών, τα οποία εδώ και χρόνια παραδώσαμε στις αγορές. Η κρίση στην Ελλάδα έχει τεράστια σημασία για ολόκληρη την Ευρώπη. Στην πλειονότητά τους οι Ελληνες πολίτες δεν είναι υπεύθυνοι για ό,τι συμβαίνει. Παρακολουθούν την εξουσία και τις ραδιουργίες των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων που αναγκάζουν τη χώρα να προσκολληθεί σε αυτές. Είναι απολύτως φυσικό το αίσθημα οργής και αντίδρασης των Ελλήνων. Δεν πρόκειται για ζήτημα χρημάτων αλλά, κυρίως, για ζητήματα δικαιοσύνης και εθνικής ανεξαρτησίας».

«Πιο σοβαρή»

Οταν τη ρωτήσαμε αν αναγνωρίζει ομοιότητες στην εξέγερση των Ελλήνων με εκείνη του παρισινού Μάη το '68, τόνισε: «Δεν ξέρω... Η εξέγερση των Ελλήνων μοιάζει πιο σοβαρή και πιο βαθιά από εκείνη του γαλλικού Μάη. Κι αυτό το λέω, γιατί η οικονομία το 1968 δεν βρισκόταν σε άσχημη κατάσταση όπως είναι σήμερα».

Να υπενθυμίσουμε ότι η Αριάν Μνουσκίν δεν είναι κάποια όψιμη επαναστάστρια. Η πολιτική με την ευρύτερη και ουσιαστική της έννοια είναι θεμελιώδες συστατικό του θεάτρου που υπηρετεί από τη δεκαετία του '60. Τη βαθιά, ανθρωπιστική της στάση την επιβεβαιώνει εμπράκτως τόσο στη ζωή όσο και στη λειτουργία της ομάδας της. Πιστή στην έννοια του «θιάσου» με την παλιά σημασία του όρου, θεμελιώνει την ηθική του θεάτρου της πάνω σε στοιχειώδεις κανόνες: ανεξαρτήτως της θεατρικής συντεχνίας στην οποία ανήκουν τα μέλη του θιάσου, παίρνουν όλοι τον ίδιο μισθό και συμμετέχουν συνολικά στη λειτουργία του, από την καθημερινή συντήρηση μέχρι την υποδοχή του κοινού στις παραστάσεις.

ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΡΟΥΖΑΚΗ

Ελευθεροτυπία, Δευτέρα 20 Ιουνίου 2011

Δευτέρα 20 Ιουνίου 2011

ΑΝΤΟΝΙΟ ΤΑΜΠΟΥΚΙ : ΕΙΤΕ ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΕΙΤΕ ΔΕΞΙΑ, Η ΒΙΑ ΕΙΝΑΙ ΦΑΣΙΣΤΙΚΗ

Αρκετές φορές είμαστε καλύτεροι από τα κόμματα που μας κυβερνούν

Δεν χρειάζεται κάποια εκδοτική ή λογοτεχνική αφορμή για να έρθει στην Ελλάδα ο Ιταλός συγγραφέας Αντόνιο Ταμπούκι. Ερχεται κάθε Μάιο τα τελευταία χρόνια και κάνει πολυήμερες διακοπές στα Χανιά, έχοντας συνήθως παρέα τον Ελληνα εκδότη του Σταύρο Πετσόπουλο και τον μεταφραστή του, Ανταίο Χρυσοστομίδη. Και τη γυναίκα του, φυσικά. Παρ' όλα αυτά, η φετινή άφιξή του στην Ελλάδα συνοδεύτηκε και από μία τιμητική διάκριση. Τα Χανιά, στις 27 Μαΐου, τον ανακήρυξαν επίτιμο δημότη τους. Λίγο πριν κατέβει στην Κρήτη, λοιπόν, και ανάμεσα στις εκδηλώσεις για το τελευταίο βιβλίο του στην Αθήνα, συναντηθήκαμε. «Ταξίδια και άλλα ταξίδια» είναι ο τίτλος του και η συζήτηση ξεκίνησε από εκεί.

- Τι συνεχίζουν να σας δίνουν τα ταξίδια και τι καινούργιο αναζητάτε στους γνωστούς τόπους που ξαναπάτε;

- Για τα μέρη που ήδη έχω πάει προσπαθώ να βρω την ασφάλεια. Γιατί το να επιστρέφεις σ' έναν γνωστό τόπο σού δίνει πολλή ασφάλεια. Εμένα με ηρεμεί. Από τα μέρη που δεν έχω πάει ποτέ, προσπαθώ να βρω την ανασφάλεια. Νομίζω ότι αυτό πρέπει να κάνει κανείς, να ψάχνει την ασφάλεια και την ανασφάλεια. Αυτό είναι, άλλωστε, και η λογοτεχνία, η γραφή: μια ισορροπία ανάμεσα στην ασφάλεια και την ανασφάλεια.

- Συχνότατα υπερασπίζεσθε την αφήγηση, τη λογοτεχνία, τη γλώσσα. Ανησυχείτε για τον ρόλο τους στις σύγχρονες κοινωνίες, αφού η σύγχρονη τεχνολογία έχει επιβάλει έναν τηλεγραφικό τρόπο επικοινωνίας;

- Δεν ανησυχώ πολύ, γιατί είναι ένας κώδικας. Οπως ξέρετε έχει ήδη πεθάνει ένας άλλος κώδικας, ο τηλέγραφος. Νομίζω ότι αυτή την ανησυχία, ότι μπορούν αυτοί οι κώδικες να επηρεάσουν τη γλώσσα, την έχουν οι πανεπιστημιακοί.

- Κι εσείς είστε πανεπιστημιακός...

- Ναι, αλλά όχι αυτού του τύπου. Δεν φοβάμαι τη μοντερνικότητα. Φοβάμαι άλλα πράγματα: την ατομική βόμβα, τη ραδιενέργεια. Αυτή η μοντερνικότητα με φοβίζει.

- Ερχεστε από μια παράδοση, και της Ευρώπης και της Ιταλίας, που οι συγγραφείς είχαν το βλέμμα τους στραμμένο στις αναζητήσεις της κοινωνίας. Μ' αυτό το πρίσμα θα ήθελα να μου περιγράψετε τη σημερινή Ευρώπη...

- Υπήρξα πολύ έντονα ευρωπαϊστής και, κατά κάποιον τρόπο, παραμένω. Εξακολουθώ να παραμένω αισιόδοξος. Ο Γκράμσι έλεγε ότι πρέπει να είσαι αισιόδοξος με την καρδιά και απαισιόδοξος με το μυαλό. Αυτή τη στιγμή, αν θέλαμε να κάνουμε μιαν ανάλυση και να είμαστε ειλικρινείς, η Ευρώπη με απογοητεύει. Αλλά ίσως με απογοητεύουν οι γραφειοκράτες της Ευρώπης. Επομένως θα ήθελα να τους στείλουμε σπίτι τους. Είναι πολλοί στις Βρυξέλλες, κερδίζουν πάρα πολλά χρήματα κι έχουν πολλά προνόμια. Πρέπει να δημιουργήσουμε ένα ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πιο δημοκρατικό, όπου θα έχουν μεγαλύτερη φωνή οι Ευρωπαίοι πολίτες. Πρότεινα πολλές φορές στα άρθρα μου να πάμε να διαμαρτυρηθούμε μπροστά στο ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Εχουμε προβλήματα σοβαρά στην Ελλάδα, στην Ισπανία, στην Πορτογαλία, στην Ιταλία και αλλού. Αντί να διαμαρτυρόμαστε εναντίον των κυβερνήσεών μας, που δεν οδηγεί πουθενά, ας πάρουμε εκπροσώπους και ας πάμε στις Βρυξέλλες λέγοντας: «Εσείς είστε υπεύθυνοι».

- Δεν έχετε διαγράψει αυτούς τους τρόπους διαμαρτυρίας. Θεωρείτε ότι οι κινήσεις των πολιτών και οι διαμαρτυρίες μπορούν ν' αλλάξουν τα πράγματα...

- Πιστεύω στη δημοκρατία και η δημοκρατία προϋποθέτει διαλεκτική. Πρέπει να διαμαρτυρόμαστε μ' έναν διαλλακτικό, που σημαίνει μ' έναν δημοκρατικό και ειρηνικό, τρόπο, μπροστά στους πραγματικούς υπαίτιους.

- Τι βλέπετε να αντικαθιστά τη σημερινή κομματική μορφή συλλογικότητας;

- Πιστεύω ότι μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου, τα παλιά πολιτικά κόμματα παρέμειναν. Αλλά χωρίς περιεχόμενο. Είναι σαν άδεια κουτιά. Αλλά όλα αυτά τα άδεια κουτιά εξακολουθούν να καταλαμβάνουν τις πολυθρόνες τους. Πιστεύω ότι υπάρχει μια κρίση της δημοκρατίας με την έννοια της μορφής, της φόρμας. Πιστεύω, λοιπόν, ότι πρέπει να τη διαχειριστούμε μ' έναν διαφορετικό τρόπο. Είναι υπερβολικά έμμεση η δημοκρατία μας. Επομένως πρέπει να βρούμε μια μορφή δημοκρατίας στην οποία θα υπάρχει μεγαλύτερη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών. Αρκετές φορές δεν αξίζουμε αυτού του επιπέδου τα κόμματα. Γιατί εμείς είμαστε καλύτεροι από αυτά...

Η τέχνη με την κοινή λογική συναντιούνται

- Γεννηθήκατε σε μια περιοχή του κόσμου που έχει πολλά στρώματα ιστορίας και πολιτισμού πάνω της. Πώς σας διαμόρφωσε αυτό;

- Γεννήθηκα σ' έναν κόσμο πολυπολιτισμικό και πιστεύω ότι ο πραγματικός πολιτισμός είναι η μείξη πολλών πραγμάτων. Ομως, αυτό που με κάνει να υποφέρω πολύ αυτή τη στιγμή στην Ιταλία, είναι τα εθνικιστικά και τοπικιστικά κινήματα, τα οποία ωραιοποιούν τις ρίζες τους. Οι ρίζες συνήθως είναι πικρές.

Π.χ. η Λέγκα του Βορρά, που γεωγραφικά εκτείνεται στις περιοχές της Λομβαρδίας και του Βένετου. Πριν από 50 χρόνια οι παππούδες των σημερινών κατοίκων πήγαιναν στη Βραζιλία, στην Αργεντινή ως μετανάστες για να μπορέσουν να επιβιώσουν. Τώρα με τη νέα οικονομία έχουν όλοι μικρά εργοστάσια, Πόρσε, σκάφος, πισίνες και κοιτάζουν τη Νότια Ιταλία και τους μετανάστες σαν να ήταν χολεριασμένοι. Και λένε ότι «αυτή η γη είναι δική μας γιατί είναι θαμμένοι οι δικοί μας νεκροί».

Κάποτε έγραψα σ' ένα άρθρο: «Να με συμπαθάτε, αλλά οι νεκροί σας βρίσκονται στη Βραζιλία και την Αργεντινή». Εγιναν έξω φρενών... Κατά την άποψή τους, οι νεκροί δικαιολογούν την ιδιοκτησία της γης. Αλλά η γη ανήκει στα ζωντανά πρόσωπα που περπατούν πάνω της. Δεν μπορεί ν' ανήκει στους σκελετούς. Πρέπει να ξέρουμε, όμως, ότι μια φασιστική ιδέα είναι πάντα μια πένθιμη ιδέα, που έχει να κάνει με νεκρούς. Ανάμεσα στον φασισμό και τον θάνατο υπάρχει μια στενή σχέση. Οι φασίστες αγαπούν τον θάνατο. Ο ύμνος του φρανκισμού λέγεται «Ζήτω ο θάνατος!». Οι Ιταλοί φασίστες είχαν στο πηλήκιο τη νεκροκεφαλή.

- Αυτή η σχέση με τον θάνατο χαρακτηρίζει μόνο τις φασιστικές ιδεολογίες ή αφορά και κάποιες ακροαριστερές τοποθετήσεις που ενστερνίζονται διάφορες μορφές βίας; Συνδέετε αυτές τις δύο συμπεριφορές;

- Πιστεύω ότι ναι, υπάρχει σχέση. Στη γεωμετρία υπάρχει ο κύκλος. Ξεκινάς από ένα σημείο, κάνεις τον γύρο και φτάνεις στο ίδιο μέρος. Αυτόν τον κύκλο μπορείς να τον κάνεις και από τη μία και από την άλλη κατεύθυνση. Και από την αριστερή και από τη δεξιά, δηλαδή. Η βία είναι πάντα φασιστική.

- Η τέχνη, με όλα όσα σχολιάζουμε, μπορεί να ανατρέψει τα σημερινά αδιέξοδα των ανθρώπων; Κι αν όχι, τι άλλο μπορεί να λειτουργήσει προς αυτή την κατεύθυνση;

- Η τέχνη είναι μια πολύ υψηλή έκφραση του ανθρώπινου πνεύματος. Η κοινή λογική είναι κάτι το νορμάλ. Πιστεύω ότι η τέχνη με την κοινή λογική συναντιούνται, γιατί και τα δύο σε καλούν να σκεφτείς.

Μπορεί οι νέοι να κάνουν λάθος, αλλά κάνουν λάθος έχοντας δίκιο

Καθίσαμε πολύ παραπάνω απ' όσο συνήθως διαρκούν τα γεύματα. Ο Αντόνιο Ταμπούκι ήταν φανερό ότι περνούσε ωραία κι ένιωθε χαλαρά. Η παρουσία του Ανταίου Χρυσοστομίδη με τον οποίον έχει αναπτύξει μια στενή φιλία, τον «έλυσε» ακόμα περισσότερο. Κι είχε έναν δικό του τρόπο μέσα σ' αυτή την ατμόσφαιρα να σχολιάζει τα πάντα.

- Εχετε με όλους τους μεταφραστές σας την ίδια σχέση;

- Οχι, θα ήταν αδύνατον. Για να υπάρχει αντίστοιχη σχέση θα έπρεπε να έχω μεταφραστές που διαβάζουν τα ίδια βιβλία με μένα, έχουν τις ίδιες ανησυχίες με μένα. Ο Ανταίος δεν είναι ένας μεταφραστής, είναι ένας διανοούμενος, με τον οποίο είμαστε στο ίδιο μήκος κύματος. Θα έλεγα ότι είναι ένας διανοούμενος, που τυχαίνει να είναι και μεταφραστής μου.

- Ερχεστε στην Ελλάδα τα τελευταία έντεκα χρόνια, κάθε χρόνο. Εχετε παρατηρήσει αλλαγές στις συμπεριφορές των κατοίκων της, της κοινωνίας;

- Δεν μπορώ να πω ότι έχω παρατηρήσει κάποιες αλλαγές. Η Ελλάδα διατηρεί μια δική της φυσιογνωμία, πολύ προσδιορισμένη, μ' έναν δικό της χαρακτήρα, μ' ένα δικό της προφίλ. Για παράδειγμα, οι Ελληνες ήταν πάντα εναντίον. Ομως δεν αναρωτιούνται ποτέ εναντίον ποιανού. Το σημαντικό είναι να είναι εναντίον. Κι αυτό έχει μείνει ολόιδιο.

- Ποιοι συγγραφείς είναι οι συνομιλητές σας;

- Αρκετοί. Κάποιους τους γνωρίζω και κάποιους άλλους όχι. Με όλους όμως αισθάνομαι ότι ανήκω στην ίδια οικογένεια. Δεν γνωρίζω προσωπικά τον Φίλιπ Ροθ, ξέρω όμως ότι μαζί του έχω έναν διάλογο. Γνωρίζω πολύ καλά τον Νόρμαν Μάνεα, και έχω μαζί του έναν διάλογο. Δεν γνωρίζω τον Μίλαν Κούντερα, αλλά και μαζί του έχω έναν διάλογο. Γνωρίζω τον Χανς Μάγκνους Εντσενσμπέργκερ, με τον οποίο έχω επίσης έναν διάλογο.

Ο Ανταίος Χρυσοστομίδης μας αποκαλύπτει ότι είναι πολύ μεγάλος θαυμαστής της Πολωνής νομπελίστα ποιήτριας Βισουάβα Σιμπόρσκα. Σε κάποια απ' όλες τις διακοπές του στην Κρήτη, διάβαζε κάθε απόγευμα στην παρέα του από ένα ποίημα της Σιμπόρσκα. Με την ίδια ευκολία θυμήθηκε και στη συνάντησή μας ένα: «Τίποτα δεν άλλαξε, με την εξαίρεση της διαδρομής των ποταμών, ορισμένων κομματιών της παραλίας, ορισμένων γλωσσών, όλα τα άλλα είναι ίδια. Εκτός από αυτά, αυτό που παραμένει πάντα ίδιο είναι το σώμα. Γιατί τα νεύρα και τα σημεία πόνου έχουν μείνει ακριβώς τα ίδια. Το σώμα είναι φτιαγμένο από δέρμα, κάτω από το δέρμα ρέει το αίμα και υπάρχουν και τα σημεία του πόνου. Και το κορμί για να προστατευτεί από τον πόνο, διπλώνει, καλύπτει το κεφάλι, όπως έκανε την εποχή του Χριστού, όπως έκανε πολλές χιλιάδες χρόνια πριν απ' τον Χριστό. Κι αυτό οι βασανιστές το ξέρουν». Μόλις τελείωσε την απαγγελία ο Αντόνιο Ταμπούκι πρόσθεσε: «Υπάρχουν ποιητές που είναι πολύ σημαντικοί στη ζωή μου. Η Σιμπόρσκα, ο Καβάφης, ο Πεσσόα. Επιστρέφω πάντα σ' αυτούς τους ποιητές. Πρόσφατα άρχισα να επιστρέφω και στον Μπρεχτ. Τώρα διαβάζω τα ποιήματα του «Ημερολογίου» και είναι εξαιρετικά επίκαιρα. Για παράδειγμα: ο νόμος που έκανε ο Μπερλουσκόνι με τη βοήθεια της άκρας δεξιάς εναντίον τον παράνομων μεταναστών, επέβαλε ένα πράγμα που από ηθικής πλευράς είναι πολύ αρρωστημένο: είσαι λαθρομετανάστης, είσαι άρρωστος, και πηγαίνεις σ' έναν γιατρό. Ο γιατρός πρέπει να σε καταγγείλει στην αστυνομία. Βάζει δηλαδή τον γιατρό να παραβιάσει τον όρκο του Ιπποκράτη. Επομένως ο νόμος του Μπερλουσκόνι γίνεται πιο σημαντικός από τον όρκο του Ιπποκράτη! Σκεφτόμουν λοιπόν ένα ποίημα του Μπρεχτ, που σχολιάζει πόσο αδιάφοροι είναι οι άνθρωποι σε όλα αυτά. Στο «Ημερολόγιο» υπάρχει ένα ποίημα που λέει τα εξής: «Προχθές ήρθε η αστυνομία και πήρε μαζί της τσιγγάνους. Κι εγώ δεν είπα τίποτα. Χθες ήρθε η αστυνομία και πήρε τους Εβραίους. Κι εγώ δεν είπα τίποτα. Υστερα ήρθε η αστυνομία και πήρε τους πρόσφυγες. Κι εγώ δεν είπα τίποτα. Αργότερα ήρθε η αστυνομία και πήρε τους ομοφυλόφιλους. Κι εγώ δεν είπα τίποτα. Σήμερα ήρθε η αστυνομία και πήρε εμένα. Και κανείς δεν είπε τίποτα».

- Μαθαίνετε εύκολα ποιήματα απ' έξω;

- Δυστυχώς. Εχω πολύ καλή μνήμη.

- Τι θα θέλατε να ξεχάσετε;

- Στη ζωή δεν πρέπει να ξεχνάμε τίποτα. Ούτε τα χειρότερα.

- Μέσα από την πανεπιστημιακή σας διαδρομή έχετε την ευκαιρία να γνωρίζετε τον τρόπο σκέψης των νέων ανθρώπων. Διαπιστώνετε διαφοροποίηση -και προς τα πού- στις αρχές, τις αξίες και τα ιδανικά τους;

- Πρέπει να ξεκινήσουμε από μια προϋπόθεση: ότι οι νέοι είναι το μέλλον. Κι αυτή η προϋπόθεση είναι βασική. Και αυτό είναι κάτι που οι πολιτικοί και τα ΜΜΕ δεν το σκέφτονται ποτέ. Υπάρχει λοιπόν ένα είδος κλισέ, ότι οι νέοι κάνουν λάθη. Μπορεί και να κάνουν λάθος, αλλά κάνουν λάθος έχοντας δίκιο.

Η συζήτηση διαρκώς ξεφεύγει και σε άλλα. Μέχρι και την πρόσφατη αγιοποίηση του Πάπα σχολιάζει με καυστικό χιούμορ: «Σκέφτομαι συχνά τι σημαίνει ψευτιά. Τώρα τελευταία έκαναν όσιο τον Πάπα. Οπως πας στο σινεμά και σου λένε δεν έχει πια θέσεις, έτσι νομίζω ότι τώρα πια ο παράδεισος είναι πλήρης»!

Oι σταθμοί του

1943

Γεννήθηκε στην Πίζα της Ιταλίας.

1975

Εκδίδεται το πρώτο του βιβλίο, με τίτλο Piazza d' Italia.

1987

Τιμάται με το σημαντικό γαλλικό λογοτεχνικό βραβείο Medicis, ως ο καλύτερος ξένος συγγραφέας που έργα του εκδόθηκαν στη Γαλλία. Η συνέχεια ήταν μια βροχή βραβείων: στην Ιταλία, στη Γαλλία, στη Γερμανία, στην Αυστρία, στην Ισπανία.

1994

Εκδίδεται το γνωστότερο από τα βιβλία του «Ετσι ισχυρίζεται ο Περέιρα» και αποσπά δύο ακόμη βραβεία στην Ιταλία: το Campiello, και το Viareggio-Repaci. Το βιβλίο μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο με πρωταγωνιστή τον Μαρτσέλο Μαστρογιάνι.

1997

Τιμάται με το Ευρωπαϊκό Αριστείο Λογοτεχνίας για το βιβλίο του «Ετσι ισχυρίζεται ο Περέιρα».

2000

Προτείνεται από την Ιταλία ως η επίσημη υποψηφιότητα για το βραβείο Νομπέλ.

2010

Στις 14 Μαΐου αναγορεύεται επίτιμος διδάκτωρ του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Η συνάντηση

Ηρθε στην ώρα του στο «Αλάτσι», συνοδευόμενος από τον μόνιμο μεταφραστή των έργων του, Ανταίο Χρυσοστομίδη, φέρνοντας μαζί την τοσκάνικη φινέτσα του. Ζήτησε αμέσως κόκκινο κρασί, ελληνικό, όχι ιταλικό. Ο σερβιτόρος άρχισε να αραδιάζει τις ποικιλίες και μόλις έφτασε στο «Βιβλία Χώρα», ο Αντόνιο Ταμπούκι, που αναγνώρισε τη λέξη «βιβλία» είπε: «Αυτό είναι για μας»! Το πρώτο μπουκάλι τελείωσε γρήγορα. Παραγγείλαμε φάβα, στάκα, σταμναγκάθι, χοχλιούς μπουμπουριστούς, γαμοπίλαφο, και κλείσαμε με καφέ και γλυκά. Σύνολο 171 ευρώ.

Μια συνέντευξη στην Όλγα Σελλά / Καθημερινή 19/6/2011

Σάββατο 11 Ιουνίου 2011

ΓΙΟΓΙΟ του Πιέρ Εταίξ

BELLA TAR Σημειώσεις του Φώτου Λαμπρινού από μια κουβέντα

Η κουβέντα ξεκίνησε από το σενάριο. Το περιφρονεί βαθύτατα, σχεδόν το μισεί και λέει ότι χρειάζεται μόνο για τους παραγωγούς, τις τράπεζες και λοιπούς χρηματοδότες. Πηγαίνοντας πιό πέρα ισχυρίζεται πως η λογοτεχνία και ο κινηματογράφος είναι δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα, ακόμα κι όταν βασιζόμαστε σε λογοτεχνικό ή θεατρικό έργο (βλ. δικό του Μάκβεθ) για να κάνουμε μία ταινία. (Κάτι που ισχυρίζομαι κι εγώ όταν μιλάω για τις σχέσεις κλασικής λογοτεχνίας του 19ου αιώνα, πριν από το 1895, με τον κινηματογράφο). Κατά συνέπεια, δεν υπάρχει στις ταινίες του script, παρά κάτι χαρτάκια για κάθε σκηνή, ενώ όλη η ταινία, από τη στιγμή που θα επιλέξει το set, είναι στο μυαλό του. Π.χ. όταν βρήκε το λιβάδι για το «Άλογο του Torino» και οργάνωσε στο μυαλό του την ταινία, είπε ότι θα έχει διάρκεια 2.30’ και βγήκε 2.29’.

Στο σημείο αυτό αναφέρθηκε στο story λέγοντας ότι από τον καιρό της Παλαιάς Διαθήκης, που ξεκινάει με το φόνο του Άβελ από τον Κάϊν, τα πάντα έχουν ειπωθεί και δεν χρειάζεται να εφεύρουμε, πλέον, νέες ιστορίες. Εκέινο που έχει σημασία είναι η γλώσσα του καθενός και ο τρόπος που αφηγείται τις ίδιες πανάρχαιες ιστορίες.

Στον αμερικανικό ή παρόμοιο κινηματογράφο υπάρχει πάντα ένα σενάριο που εξυπηρετείται με πληροφορία cut, πληροφορία cut, πληροφορία cut και δράση cut, δράση cut, δράση cut. Πρόκειται για προϊόν fast food που δεν έχει καμία σχέση με την κουζίνα του σπιτού και που απευθύνεται σε ηλίθιους. Άλλωστε, σε ένα μονοπλάνο, η μηχανή, σε σχέση με το χώρο ή τα πρόσωπα, δεν μένει σταθερή, οπότε μέσα στο ίδιο πλάνο, υπάρχουν πολλά cut χωρίς να διακόπτεται η ροή.

Κι επειδή εκείνη τη στιγμή έγινε ερώτηση για το χρώμα, είπε ότι στο μαυρόασπρο υπάρχει μεγαλύτερη ποικιλία χρωμάτων από το έγχρωμο, ιδίως από τότε που, η γαμημένη Kodak, εισήγαγε στο σελλουλόϊντ το νατουραλισιτκό polyester και τα χρώματα καταστράφηκαν.

Ακολούθως έγινε ερώτηση για το ρυθμό, στην οποία απάντησε εντελώς αόριστα, οπότε μπήκα κι εγώ στο κόλπο και τον ρώτησα αν επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στο ρυθμό αποκλειστικά της εικόνας (χωρίς τη βοήθεια της μουσικής, των ήχων ή άλλων στοιχείων) και τι σημαίνει αυτό. Δυστυχώς, μου απάντησε ότι δεν ξέρει. Και συνέχισε να λέει τα ίδια που είπε και πριν για τη σχέση της μηχανής με τα πρόσωπα και το χώρο.

Στον Μάκβεθ που έκανε, λόγω video, ένα πλάνο 65’ μία ηθοποιός του είπε, στο τέλος, ότι φέρνει τους ηθοποιούς σε απόγνωση, ότι κανείς δεν είναι σε θέση να καταλάβει ακριβώς τι γίνεται, σημασία έχει όμως ότι όλοι, οι συμμετέχοντες στο πλάνο, έρχονται σε οργασμό την ίδια στιγμή. Άλλωστε, ο ίδιος, οπως είπε, ποτέ δεν προσπαθεί να προσαρμόσει τον ηθοποιό, σε αυτό που έχει στο μυαλό του ως ρόλο, αλλά ο άνθρωπος-ηθοποιός να βγάλει ως ρόλο αυτό που ο ίδιος είναι. Να μην παίζει αλλά να ζει.

Για τη μουσική είπε ότι από τη δεκαετία του ΄80 που συνεργάζεται με τον ίδιο συνθέτη (ξεχνάω το όνομά του) δεν ασχολείται με τη μουσική, γιατί δεν ξέρει. Απλώς, φωνάζει το συνθέτη στο set και το συζητάνε. Μετά, έρχεται η μουσική την οποία μερικές φορές χρησιμοποιεί και στο γύρισμα. Άλλωστε, όλη η ταινία, ηχητικά (διάλογοι, θόρυβοι, ήχοι, μουσική) φτιάχνεται στο στούντιο με dubbing, folley (Έτσι γράφετα tο dubbing ήχων στο studio?).

Τον ρώτησαν αν πιστεύει μετά από τόσα χρόνια που προβάλλονται και ξαναπροβάλλονται οι ταινίες του, ότι θα έχουν μακρά διάρκεια στο χρόνο και είπε ότι η γλώσσα είναι αυτή που δίνει διάρκεια στο χρόνο.

Ένας ελληναράς κάνοντας την κλασική εισαγωγή «εμείς οι Έλληνες με την κλασική μας παράδοση, ξέρουμε την έννοια του «κάλλους» της ομορφιάς». Τι γνώμη έχει ο Tarr για την ομορφιά στην τέχνη. Φυσικά απάντησε όπως o καθένας μας θα μπορούσε να φανταστεί; υπάρχει πολύ ομορφιά στην ασχήμια. Και πρόσθεσε ότι έχει κάνει παλαιότερα ένα πεντάλεπτο μονοπλάνο με τον τίτλο «Πρόλογος» (υπάρχει στο Internet) όπου δείχνει, φτωχούς άστεγους και εξαθλιωμένους ανθρώπους, και κοιτάζοντας αυτά τα πρόσωπα, λέει ότι είδε πόσο όμορφη είναι η ασχήμια τους.

Τέλος, ο Κουτσιαμπασάκος, τον ρώτησε : "Ποια είναι η γνώμη σας για το 3D cinema και πως αντιμετωπίζεται ο ίδιος στις ταινίες σας το ζήτημα της δημιουργίας της ψευδαίσθησης του βάθους στο πλάνο, δεδομένο ότι η ταινίες προβάλονται σε μια δισδιάστατη επιφάνεια, την κινηματογραφική οθόνη;"

Και είπε ότι μπορεί να έχει σχέση με installations ή ό,τι άλλο θέλετε αλλά όχι με τον κινηματογράφο. Εμείς είμαστε σαν τους ζωγράφους: υποχρεωμένοι να δουλεύουμε με δύο διαστάσεις.

Συμπερασματικά, σε ότι είχε σχέση με σενάριο ή θεωρία ο άνθρωπος βγάζει σπυριά. Κι αν κρίνω από τον τρόπο που μιλούσε για τη ζωή του, τους φίλους του, με τους οποίους κάνει τις ταινίες του, αλλά και καθημερινή παρέα, χωρίς ποτέ να μιλάνε για «τέχνη», θα τον χαρακτήριζα τυπικό χειροπράκτωρα, artisanat, μάστορα, που με τα χεράκια του φτιάχνει ταινίες, όπως ένας μαραγκός φτιάχνει καρέκλες ή ένας σιδεράς διάφορα εργαλεία.

Φώτος 09.06.2011

Πέμπτη 9 Ιουνίου 2011

Σιγά-σιγά, αρχίζουν τα πράγματα να ξεκαθαρίζουν


Υπάρχουν δύο Ελλάδες. Και οι δύο είναι, μάλιστα, «αγανακτισμένες» Ελλάδες. Η μία θέλει να μείνουν τα πράγματα όπως ήταν μέχρι το 2009. Θέλει, δηλαδή, το ευρύτερο Δημόσιο να καταναλώνει κάθε χρόνο 24 δισεκατομμύρια περισσότερα απ’ όσα εισπράττει. Κι αυτά να πηγαίνουν σε όσους έχουν μια προνομιακή κατά το μάλλον ή ήττον σχέση με τον κρατικό μηχανισμό. Η διαπλεκόμενη επιχειρηματικότητα να παίρνει έργα και προμήθειες με ληστρικές συμβάσεις. Τα κόμματα-επιχειρήσεις να διαχειρίζονται επ’ ωφελεία τους, αδιαφανώς, το δημόσιο χρήμα. Οι εκλογικοί πελάτες των κομμάτων να διορίζονται σωρηδόν στο δημόσιο σε θέσεις μη παραγωγικές. Οι συνδικαλιστές των κομμάτων να συνδιοικούν τις δημόσιες επιχειρήσεις. Με 300 χιλιάδες εφάπαξ να βγαίνουν σε πρόωρες συντάξεις με εθελούσιες εξόδους στα 50 τους. Τα ευγενή ταμεία να χρηματοδοτούνται από τις εισφορές υπέρ τρίτων που καταβάλλει η υπόλοιπη κοινωνία. Η κοινωνική πρόνοια να μετατρέπεται σε εισοδήματα προνομιούχων ομάδων. Οι νησίδες του δημοσίου, αυτονομημένες, εκκλησία, νοσοκομεία, πανεπιστήμια, δημοτική αυτοδιοίκηση, να έχουν μετατραπεί σε εστίες λεηλασίας και σπατάλης. Τα κρατικοδίαιτα Μέσα Ενημέρωσης να χρηματοδοτούνται από τις εκάστοτε κυβερνήσεις και οι επιχορηγούμενοι διανοούμενοι να τα αμπαλάρουν όλα αυτά με το περιτύλιγμα του «δημοσίου συμφέροντος». Να περνάνε αυτοί καλά, με δανεικά, επιχορηγήσεις, κοινοτικές επιδοτήσεις. Ο λογαριασμός όμως να επιβαρύνει ολόκληρη την κοινωνία. Και αγανακτούν με τους πολιτικούς που υπόσχονταν ότι θα συνεχιστεί το πάρτι και τώρα τους ρίχνουν στη μοιρασιά.

Και υπάρχει η άλλη μισή Ελλάδα. Η επιχειρηματικότητα που προσπαθεί να δημιουργήσει προϊόντα που αξίζουν να πουληθούν. Οι εργαζόμενοι στο δημόσιο ή τον ιδιωτικό τομέα που θέλουν απλώς να εργαστούν και να ζήσουν απ’ τη δουλειά τους. Οι μεροκαματιάρηδες που παλεύουν για την επιβίωση. Οι 800 χιλιάδες άνεργοι που αυξάνονται συνεχώς, καθώς ο ιδιωτικός τομέας της οικονομίας ασφυκτιά και δεν μπορεί να σηκώσει άλλο τα βάρη του χρεοκοπημένου κράτους. Οι νέοι που κατά εκατοντάδες χιλιάδες δεν μπορούν καν να εισέλθουν στην παραγωγή για να μετρηθούν κι αυτοί ως άνεργοι. Η ανεργία των οποίων έχει φτάσει σε βορειοαφρικάνικα επίπεδα. Οι γυναίκες που αποκλείονται από τις δύσκαμπτες μορφές εργασίας και δεν μπορούν να εισέλθουν στην παραγωγή. Το ένα εκατομμύριο φτηνό μεταναστευτικό εργατικό δυναμικό χωρίς δικαιώματα. Οι εργαζόμενοι, οι επιστήμονες, οι επαγγελματίες, που πληρώνουν φόρους χωρίς κρατική ανταπόδοση υπηρεσιών ποιότητας, που πληρώνουν υπέρογκες ασφαλιστικές εισφορές σε ταμεία χρεοκοπημένα. Η Ελλάδα που θέλει ν’ αλλάξουν όλα όσα βαραίνουν αυτή τη χώρα.
Αυτή η Ελλάδα είναι η μεγαλύτερη. Γιατί περιλαμβάνει και μεγάλα τμήματα της πρώην ευνοημένης Ελλάδας, τα οποία έχουν εδώ και καιρό καταλάβει ότι το σύστημα ήταν αντιπαραγωγικό, άδικο, μη διατηρήσιμο. Ότι είχε μετατραπεί σε παιχνίδι αρνητικού αθροίσματος με πολύ λίγους κερδισμένους και όλους πια χαμένους.

Ενώ αυτή η Ελλάδα είναι η πλειοψηφία των πολιτών, στον επίσημο δημόσιο λόγο δεν αντιπροσωπεύεται. Κόμματα, συνδικαλιστικοί φορείς, επαγγελματικοί σύλλογοι, ΜΜΕ, εκφράζουν το παλιό σύστημα εξουσίας, αυτό που χρεοκόπησε. Μόνο οι ελίτ των πρώην ευνοημένων στρωμάτων δίνουν λυσσασμένες μάχες οπισθοφυλακής για να μη χάσουν τα κεκτημένα. Γιατί αυτοί έχουν να χάσουν και τα περισσότερα.
Παρ’ όλο που η Ελλάδα της συντήρησης είναι πλειοψηφία στο δημόσιο λόγο, το παιχνίδι έχει κριθεί, δεν μπορεί να το κερδίσει. Για τον απλούστατο λόγο ότι δεν υπάρχει πια λεία να διαμοιράσει στην εκλογική της πελατεία. Δεν μπορεί να κάνει διορισμούς στο χρεοκοπημένο δημόσιο, δεν μπορεί να δώσει άλλες επιδοτήσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση στους αγρότες, δεν μπορεί να μοιράσει αφειδώς πρόωρες συντάξεις και παχυλά εφάπαξ στα στρώματα του δημόσιου τομέα γιατί τα ταμεία δεν έχουν λεφτά να πληρώσουν τις συντάξεις ούτε αυτών που είναι ήδη μέσα. Δεν υπάρχουν έργα να διανείμει με το αζημίωτο στη διαπλεκόμενη επιχειρηματικότητα, δεν υπάρχουν πια λεφτά προς εξαγορά υποστήριξης σε ανύπαρκτα μέσα ενημέρωσης και κρατικά σιτιζόμενους διανοούμενους. Το πάρτι τελείωσε. Οι μάχες που δίνονται αυτή την περίοδο με τόση ένταση, αφορούν μόνο τα στενά συμφέροντα αποκλειστικά των διαφόρων ελίτ του χρεοκοπημένου συστήματος. Γι’ αυτούς είναι ζήτημα ζωής και θανάτου. Το σύστημα εξουσίας της χρεοκοπίας δεν διανοείται να παραδώσει το μηχανισμό παραγωγής προνομίων. Γι’ αυτό οι αντιδράσεις του είναι μεγάλης σφοδρότητας, αλλά ελάχιστης μαζικότητας. Έχουν αρχίσει να χάνουν ραγδαία τη λαϊκή τους βάση. Η εκλογική τους πελατεία βρίσκεται πια απέναντι.

Καθώς το τοπίο εξελίσσεται αργά αλλά σταθερά έτσι, τα πιο παρασιτικά τμήματα της χρεοκοπίας δεν διστάζουν να παίξουν με τη φωτιά, να χρησιμοποιήσουν τον πιο καταστροφικό λαϊκισμό, την πιο ακραία δημαγωγία, για να δημιουργήσουν καταστάσεις έντασης, έκρυθμων συνθηκών, ώστε να καθυστερήσουν τις αναπόφευκτες αλλαγές. Να εκμεταλλευτούν την αγανάκτηση και το φόβο απέναντι στις νέες συνθήκες και να τον καναλιζάρουν σε αντιευρωπαϊκές, αντιδυτικές, αντιδημοκρατικές κατευθύνσεις. Σε σχέδια «σωτηρίας της πατρίδας», όπου οι ιθαγενείς φύλαρχοι θα προτάσσουν τα στήθη τους απέναντι στην «κατοχική εισβολή των Γερμανών», των ιμπεριαλιστών, των Εβραίων, των κερδοσκόπων, της «παγκόσμιας Διακυβέρνησης».

Όσα ακούγονται δημοσίως αυτές τις μέρες από πρυτάνεις πανεπιστημίων, πολιτικούς, καλλιτέχνες, δημοσιογράφους, δεν έχουν προηγούμενο στη μεταπολιτευτική μας δημοκρατία. Προσπαθώντας να χειραγωγήσουν τον κόσμο εναντίον της ευρωπαϊκής προοπτικής, δεν διστάζουν να προωθήσουν την πιο ακραία, αντιδημοκρατική ρητορική. Αν πιστέψουμε το δημόσιο λόγο που εκφωνούν πολιτικοί γκάνγκστερ, ανεύθυνοι διανοούμενοι, τριτοκοσμικά κόμματα, επαγγελματίες επαναστάτες των τηλεοπτικών παραθύρων, ζούμε γερμανική κατοχή, εγκάθετοι παραχωρούν κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας, κυβερνούν δοσίλογοι, κατηγορούμενοι για εσχάτη εθνική προδοσία, απεργάζονται σχέδια εξαφάνισης του ελληνισμού με στόχο το ξεπούλημα της πατρίδας μας στους ξένους. Το πολιτικό σύστημα είναι κλέφτες και δοσίλογοι, η κυβέρνηση είναι παράνομη και σε συνθήκες «δικτατορίας», όλα φυσικά επιτρέπονται: Δεν υπάρχουν νόμοι, κανόνες της δημοκρατίας, ακόμα και η βία είναι επιτρεπτή. Αυτό είναι το μήνυμα της ρητορικής του λαϊκισμού.

Αυτή η ακροδεξιοαριστερή, συνωμοσιολογική, αντικοινοβουλευτική, αντιευρωπαϊκή, τριτοκοσμική ρητορική δεν αποτελεί κίνδυνο μόνο για τη μεταρρύθμιση της Ελλάδας και την αποφυγή της χρεοκοπίας. Οι αδίστακτοι μαθητευόμενοι μάγοι ανοίγουν το κουτί της Πανδώρας. Κινδυνεύει η ίδια η υπόσταση της κοινωνίας μας μέσα στη δημοκρατική Δύση. Οι χώρες αυτοκτονούν και τα παραδείγματα είναι άφθονα γύρω μας.
Σ’ αυτή την περίεργη και κρίσιμη στιγμή δεν μπορεί κανένας να σιωπά. Καθένας πρέπει να διαλέξει «αγανάκτηση», να διαλέξει «Ελλάδα».

του Φώτη Γεωργελέ από το Athens Voice

ευχαριστώ τον Βαγγέλη Κατσιγιάννη για των φωτογραφία που μου έστειλε